헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πτῶμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πτῶμα πτώματος

형태분석: πτωματ (어간)

어원: pi/ptw, pe/ptwka

  1. 추락, 낙하
  2. 불행, 불운, 재난, 패배
  3. 시체, 사체, 유해, 송장
  4. 파괴, 폐허, 부동산
  1. fall
  2. misfortune, calamity, defeat
  3. one who has fallen: corpse, dead body
  4. of buildings: ruin

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πτῶμα

추락이

πτώματε

추락들이

πτώματα

추락들이

속격 πτώματος

추락의

πτωμάτοιν

추락들의

πτωμάτων

추락들의

여격 πτώματι

추락에게

πτωμάτοιν

추락들에게

πτώμασιν*

추락들에게

대격 πτῶμα

추락을

πτώματε

추락들을

πτώματα

추락들을

호격 πτῶμα

추락아

πτώματε

추락들아

πτώματα

추락들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πτωμάτων γὰρ ἄξια πάσχω τε καὶ πέπονθα κἄτι πείσομαι. (Euripides, The Trojan Women, episode, iambic6)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, iambic6)

  • τοῦ δέοντοσ κραυροτέραν εἶναι καὶ ἀκαμπτοτέραν, διάπυρόν τ’ αὖ γιγνομένην καὶ πάλιν ψυχομένην σφακελίσασαν ταχὺ διαφθερεῖν τὸ σπέρμα ἐντὸσ αὑτῆσ, διὰ ταῦτα οὕτω τὸ τῶν νεύρων καὶ τὸ τῆσ σαρκὸσ γένοσ ἐμηχανᾶτο, ἵνα τῷ μὲν πάντα τὰ μέλη συνδήσασ ἐπιτεινομένῳ καὶ ἀνιεμένῳ περὶ τοὺσ στρόφιγγασ καμπτόμενον τὸ σῶμα καὶ ἐκτεινόμενον παρέχοι, τὴν δὲ σάρκα προβολὴν μὲν καυμάτων, πρόβλημα δὲ χειμώνων, ἔτι δὲ πτωμάτων οἱο͂ν τὰ πιλητὰ ἔσεσθαι κτήματα, σώμασιν μαλακῶσ καὶ πρᾴωσ ὑπείκουσαν, θερμὴν δὲ νοτίδα ἐντὸσ ἑαυτῆσ ἔχουσαν θέρουσ μὲν ἀνιδίουσαν καὶ νοτιζομένην ἔξωθεν ψῦχοσ κατὰ πᾶν τὸ σῶμα παρέξειν οἰκεῖον, διὰ χειμῶνοσ δὲ πάλιν αὖ τούτῳ τῷ πυρὶ τὸν προσφερόμενον ἔξωθεν καὶ περιιστάμενον πάγον ἀμυνεῖσθαι μετρίωσ. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 371:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 371:1)

  • καίτοι τοῦτ’ ἂν εἰή μέγιστόν τε καὶ κυριώτατον τῶν πτωμάτων. (Plato, Republic, book 9 300:3)

    (플라톤, Republic, book 9 300:3)

  • αἵματι δ’ ἐρρεῖτο πᾶσ ὁ πρὸ τῆσ μάχησ περίβολοσ, καὶ προσβατὸν ὑπὸ πτωμάτων τὸ τεῖχοσ ἐγίνετο. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 304:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 304:1)

  • νεκροῖσ δ’ ἐπιχωρίοισ ἀλλόφυλοι καὶ ἱερεῦσι βέβηλοι συνεφύροντο, καὶ παντοδαπῶν αἷμα πτωμάτων ἐν τοῖσ θείοισ περιβόλοισ ἐλιμνάζετο. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 22:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 22:1)

유의어

  1. 추락

  2. 불행

  3. 시체

  4. 파괴

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION