- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προπίνω?

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: propinō 고전 발음: [로삐노:] 신약 발음: [로삐노]

기본형: προπίνω προπίομαι προὔπιον προπέπωκα

형태분석: προ (접두사) + πίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 담보잡히다, 저당잡히다, 헌신하다, 맹세하다
  2. 만들다, 하다, 제작하다, 이르게 하다, 능숙하게 만들다, 빚다, 열심히 일하다
  1. to drink before
  2. to drink to, drink to his health, pledge
  3. to give freely, make a present of, to make, a drinking-present, give it carelessly, have been sacrificed

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προπίνω

προπίνεις

προπίνει

쌍수 προπίνετον

προπίνετον

복수 προπίνομεν

προπίνετε

προπίνουσι(ν)

접속법단수 προπίνω

προπίνῃς

προπίνῃ

쌍수 προπίνητον

προπίνητον

복수 προπίνωμεν

προπίνητε

προπίνωσι(ν)

기원법단수 προπίνοιμι

προπίνοις

προπίνοι

쌍수 προπίνοιτον

προπινοίτην

복수 προπίνοιμεν

προπίνοιτε

προπίνοιεν

명령법단수 προπίνε

προπινέτω

쌍수 προπίνετον

προπινέτων

복수 προπίνετε

προπινόντων, προπινέτωσαν

부정사 προπίνειν

분사 남성여성중성
προπινων

προπινοντος

προπινουσα

προπινουσης

προπινον

προπινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προπίνομαι

προπίνει, προπίνῃ

προπίνεται

쌍수 προπίνεσθον

προπίνεσθον

복수 προπινόμεθα

προπίνεσθε

προπίνονται

접속법단수 προπίνωμαι

προπίνῃ

προπίνηται

쌍수 προπίνησθον

προπίνησθον

복수 προπινώμεθα

προπίνησθε

προπίνωνται

기원법단수 προπινοίμην

προπίνοιο

προπίνοιτο

쌍수 προπίνοισθον

προπινοίσθην

복수 προπινοίμεθα

προπίνοισθε

προπίνοιντο

명령법단수 προπίνου

προπινέσθω

쌍수 προπίνεσθον

προπινέσθων

복수 προπίνεσθε

προπινέσθων, προπινέσθωσαν

부정사 προπίνεσθαι

분사 남성여성중성
προπινομενος

προπινομενου

προπινομενη

προπινομενης

προπινομενον

προπινομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἰδέτωσαν οὖν πολλοὶ καὶ θαυμασάτωσαν ὑμῶν τὸν ἄργυρον καὶ τὰς τραπέζας καὶ προπινόντων φιλοτησίας, μεταξὺ πίνοντες περισκοπείτωσαν τὸ ἔκπωμα καὶ τὸ βάρος ἴστωσαν αὐτοὶ διαβαστάσαντες καὶ τῆς ἱστορίας τὸ ἀκριβὲς καὶ τὸν χρυσὸν ὅσος, ὃς ἐπανθεῖ τῇ τέχνῃ. (Lucian, Saturnalia, letter 3 3:3)

    (루키아노스, Saturnalia, letter 3 3:3)

  • ἅμα δὲ καὶ πεπώκει, οἶμαι, πλέον τοῦ ἱκανοῦ, τῶν παρόντων, ὡς εἰκός, φιλοτησίας προπινόντων, καὶ ἐδεδειπνήκει πλέον ἢ κατὰ γέροντα: (Lucian, 23:7)

    (루키아노스, 23:7)

  • κατασείειν δ ἔλεγον ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς πότοις προπινόντων, τὴν μεταφορὰν λαμβάνοντες ἀπὸ τῶν τοὺς καρποὺς κατασειόντων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 36 5:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 36 5:1)

유의어

  1. to drink before

관련어

명사

형용사

동사

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION