- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνεκπίνω?

비축약 동사; 로마알파벳 전사: synekpinō 고전 발음: [쉬넥삐노:] 신약 발음: [쉬낵삐노]

기본형: συνεκπίνω συνεκπίομαι

형태분석: συν (접두사) + ἐκ (접두사) + πίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to drink off together

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεκπίνω

συνεκπίνεις

συνεκπίνει

쌍수 συνεκπίνετον

συνεκπίνετον

복수 συνεκπίνομεν

συνεκπίνετε

συνεκπίνουσι(ν)

접속법단수 συνεκπίνω

συνεκπίνῃς

συνεκπίνῃ

쌍수 συνεκπίνητον

συνεκπίνητον

복수 συνεκπίνωμεν

συνεκπίνητε

συνεκπίνωσι(ν)

기원법단수 συνεκπίνοιμι

συνεκπίνοις

συνεκπίνοι

쌍수 συνεκπίνοιτον

συνεκπινοίτην

복수 συνεκπίνοιμεν

συνεκπίνοιτε

συνεκπίνοιεν

명령법단수 συνεκπίνε

συνεκπινέτω

쌍수 συνεκπίνετον

συνεκπινέτων

복수 συνεκπίνετε

συνεκπινόντων, συνεκπινέτωσαν

부정사 συνεκπίνειν

분사 남성여성중성
συνεκπινων

συνεκπινοντος

συνεκπινουσα

συνεκπινουσης

συνεκπινον

συνεκπινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεκπίνομαι

συνεκπίνει, συνεκπίνῃ

συνεκπίνεται

쌍수 συνεκπίνεσθον

συνεκπίνεσθον

복수 συνεκπινόμεθα

συνεκπίνεσθε

συνεκπίνονται

접속법단수 συνεκπίνωμαι

συνεκπίνῃ

συνεκπίνηται

쌍수 συνεκπίνησθον

συνεκπίνησθον

복수 συνεκπινώμεθα

συνεκπίνησθε

συνεκπίνωνται

기원법단수 συνεκπινοίμην

συνεκπίνοιο

συνεκπίνοιτο

쌍수 συνεκπίνοισθον

συνεκπινοίσθην

복수 συνεκπινοίμεθα

συνεκπίνοισθε

συνεκπίνοιντο

명령법단수 συνεκπίνου

συνεκπινέσθω

쌍수 συνεκπίνεσθον

συνεκπινέσθων

복수 συνεκπίνεσθε

συνεκπινέσθων, συνεκπινέσθωσαν

부정사 συνεκπίνεσθαι

분사 남성여성중성
συνεκπινομενος

συνεκπινομενου

συνεκπινομενη

συνεκπινομενης

συνεκπινομενον

συνεκπινομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to drink off together

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION