헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σιτευτός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σιτευτός σιτευτή σιτευτόν

형태분석: σιτευτ (어간) + ος (어미)

어원: from siteu/w

  1. 지친
  1. fed up, fatted

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 σιτευτός

지친 (이)가

σιτευτή

지친 (이)가

σιτευτόν

지친 (것)가

속격 σιτευτοῦ

지친 (이)의

σιτευτῆς

지친 (이)의

σιτευτοῦ

지친 (것)의

여격 σιτευτῷ

지친 (이)에게

σιτευτῇ

지친 (이)에게

σιτευτῷ

지친 (것)에게

대격 σιτευτόν

지친 (이)를

σιτευτήν

지친 (이)를

σιτευτόν

지친 (것)를

호격 σιτευτέ

지친 (이)야

σιτευτή

지친 (이)야

σιτευτόν

지친 (것)야

쌍수주/대/호 σιτευτώ

지친 (이)들이

σιτευτᾱ́

지친 (이)들이

σιτευτώ

지친 (것)들이

속/여 σιτευτοῖν

지친 (이)들의

σιτευταῖν

지친 (이)들의

σιτευτοῖν

지친 (것)들의

복수주격 σιτευτοί

지친 (이)들이

σιτευταί

지친 (이)들이

σιτευτά

지친 (것)들이

속격 σιτευτῶν

지친 (이)들의

σιτευτῶν

지친 (이)들의

σιτευτῶν

지친 (것)들의

여격 σιτευτοῖς

지친 (이)들에게

σιτευταῖς

지친 (이)들에게

σιτευτοῖς

지친 (것)들에게

대격 σιτευτούς

지친 (이)들을

σιτευτᾱ́ς

지친 (이)들을

σιτευτά

지친 (것)들을

호격 σιτευτοί

지친 (이)들아

σιτευταί

지친 (이)들아

σιτευτά

지친 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ δέκα μόσχοι ἐκλεκτοὶ καὶ εἴκοσι βόεσ νομάδεσ καὶ ἑκατὸν πρόβατα ἐκτὸσ ἐλάφων καὶ δορκάδων ἐκλεκτῶν, σιτευτά. (Septuagint, Liber I Regum 5:3)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 5:3)

  • καὶ οἱ μισθωτοὶ αὐτῆσ ἐν αὐτῇ ὥσπερ μόσχοι σιτευτοὶ τρεφόμενοι ἐν αὐτῇ, διότι καὶ αὐτοὶ ἀπεστράφησαν καὶ ἔφυγον ὁμοθυμαδόν, οὐκ ἔστησαν, ὅτι ἡμέρα ἀπωλείασ ἦλθεν ἐπ’ αὐτοὺσ καὶ καιρὸσ ἐκδικήσεωσ αὐτῶν. (Septuagint, Liber Ieremiae 26:20)

    (70인역 성경, 예레미야서 26:20)

  • "οἱ χῆνεσ σιτευτοί. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 322)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 322)

  • "ὁ δὲ σιτευτὸσ χὴν παρὰ τίνι; (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 323)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 323)

  • "Θεόπομποσ μὲν ἔφη ὁ Χῖοσ ἐν ταῖσ Ἑλληνικαῖσ κἀν τῇ τρισκαιδεκάτῃ δὲ τῶν Φιλιππικῶν Ἀγησιλάῳ τῷ Λάκωνι εἰσ Αἴγυπτον ἀφικομένῳ πέμψαι τοὺσ Αἰγυπτίουσ χῆνασ καὶ μόσχουσ σιτευτούσ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 325)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 325)

  • εἴ που κλίβανοσ ἦν, πολὺ δέλφαξ σιτευτὸσ ἔγρυξεν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 74 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 74 1:2)

유의어

  1. 지친

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION