Ancient Greek-English Dictionary Language

ποθεινός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ποθεινός ποθεινή ποθεινόν

Structure: ποθειν (Stem) + ος (Ending)

Etym.: poqe/w

Sense

  1. longed for, desired, much desired, of regret

Examples

  • "καὶ πρῶτα μὲν αἴρω ποθεινὴν μᾶζαν, ἣν φερέσβιοσ Δηὼ βροτοῖσι χάρμα δωρεῖται φίλον ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη, χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 53 1:11)
  • τὴν δὲ ὅλην νῆσον ἐξηγριωμένην ὑπὸ κακῶν καὶ διαμεμισημένην ὑπὸ τῶν οἰκητόρων παραλαβών οὕτωσ ἐξημέρωσε καὶ ποθεινὴν ἐποίησε πᾶσιν ὥστε πλεῖν οἰκήσοντασ ἑτέρουσ ὅθεν οἱ πολῖται πρότερον ἀπεδίδρασκον. (Plutarch, Timoleon, chapter 35 1:2)
  • τίσ οὖν ἂν ὑμῶν τοῖσ ἔσω φράσειεν ἂν ἡμῶν ποθεινὴν κοινόπουν παρουσίαν; (Sophocles, episode5)

Synonyms

  1. longed for

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION