헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πήδημα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πήδημα πήδηματος

형태분석: πηδηματ (어간)

어원: from phda/w

  1. 가, 경계, 한계
  1. a leap, bound
  2. a beating or throbbing

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πήδημα

가가

πηδήματε

가들이

πηδήματα

가들이

속격 πηδήματος

가의

πηδημάτοιν

가들의

πηδημάτων

가들의

여격 πηδήματι

가에게

πηδημάτοιν

가들에게

πηδήμασιν*

가들에게

대격 πήδημα

가를

πηδήματε

가들을

πηδήματα

가들을

호격 πήδημα

가야

πηδήματε

가들아

πηδήματα

가들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοσαῦτά σ’, ὦ Ζεῦ, προστρέπω, καλῶ δ’ ἅμα πομπαῖον Ἑρμῆν χθόνιον εὖ με κοιμίσαι, ξὺν ἀσφαδάστῳ καὶ ταχεῖ πηδήματι πλευρὰν διαρρήξαντα τῷδε φασγάνῳ. (Sophocles, Ajax, episode 3:8)

    (소포클레스, Ajax, episode 3:8)

  • καὶ γὰρ δρόμῳ τε ἐκράτει καὶ πηδήματι Ιἑρώνυμον τὸν Ἄνδριον. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 11 10:3)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 11 10:3)

  • τούτου δὲ ἕνεκα καὶ τὸ αὔλημα τὸ Πυθικόν φασι τῷ πηδήματι ἐπεισαχθῆναι τῶν πεντάθλων, ὡσ τὸ μὲν ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνοσ τὸ αὔλημα ὄν, τὸν Ἀπόλλωνα δὲ ἀνῃρημένον Ὀλυμπικὰσ νίκασ. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 7 15:3)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 7 15:3)

  • ἔπειτα σκευάσασα τὴν κλίνην ὡσ ἐπὶ νοσοῦντι καὶ ὑποθεῖσα τοῖσ ἐπιβολαίοισ ἧπαρ αἰγόσ, ἅμ’ ἡμέρᾳ τοῦ πατρὸσ ὡσ αὐτὴν πέμψαντοσ ἐπὶ τὸν Δαυίδην ὠχλῆσθαι διὰ τῆσ νυκτὸσ εἶπε τοῖσ παροῦσιν ἐπιδείξασα τὴν κλίνην κατακεκαλυμμένην καὶ τῷ πηδήματι τοῦ ἥπατοσ σαλεύοντι τὴν ἐπιβολὴν πιστωσαμένη τὸ κατακείμενον τὸν Δαυίδην ἀσθμαίνειν. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 6 278:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 6 278:1)

유의어

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION