헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

περίεργος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: περίεργος περίεργον

형태분석: περιεργ (어간) + ος (어미)

어원: E)/rgw

  1. 여분의, 불필요한
  2. 궁금한
  1. careful overmuch
  2. busy about other folk's affairs, meddling, a busybody
  3. done with especial care, elaborate
  4. superfluous
  5. curious, superstitious

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 περίεργος

(이)가

περίεργον

(것)가

속격 περιέργου

(이)의

περιέργου

(것)의

여격 περιέργῳ

(이)에게

περιέργῳ

(것)에게

대격 περίεργον

(이)를

περίεργον

(것)를

호격 περίεργε

(이)야

περίεργον

(것)야

쌍수주/대/호 περιέργω

(이)들이

περιέργω

(것)들이

속/여 περιέργοιν

(이)들의

περιέργοιν

(것)들의

복수주격 περίεργοι

(이)들이

περίεργα

(것)들이

속격 περιέργων

(이)들의

περιέργων

(것)들의

여격 περιέργοις

(이)들에게

περιέργοις

(것)들에게

대격 περιέργους

(이)들을

περίεργα

(것)들을

호격 περίεργοι

(이)들아

περίεργα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καθόλου δὲ τριῶν ὄντων, ὥσ φησι Θεόφραστοσ, ἐξ ὧν γίνεται τὸ μέγα καὶ σεμνὸν καὶ περιττὸν ἐν λέξει, τῆσ τε ἐκλογῆσ τῶν ὀνομάτων καὶ τῆσ ἐκ τούτων ἁρμονίασ καὶ τῶν περιλαμβανόντων αὐτὰ σχημάτων, ἐκλέγει μὲν εὖ πάνυ καὶ τὰ κράτιστα τῶν ὀνομάτων τίθησιν, ἁρμόττει δὲ αὐτὰ περιέργωσ, τὴν εὐφωνίαν ἐντείνων μουσικήν, σχηματίζει τε φορτικῶσ καὶ τὰ πολλὰ γίνεται ψυχρὸσ ἢ τῷ πόρρωθεν λαμβάνειν ἢ τῷ μὴ πρέποντα εἶναι τὰ σχήματα τοῖσ πράγμασι διὰ τὸ μὴ κρατεῖν τοῦ μετρίου. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 31)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 31)

  • ὀλίγουσ δὲ καὶ τῶν ἐμοὶ δοθέντων ἄκουσον ἐρομένου γάρ μου εἰ φαλακρόσ ἐστιν Ἀλέξανδροσ, καὶ κατασημηναμένου περιέργωσ καὶ προφανῶσ ὑπογράφεται χρησμὸσ νυκτερήσιοσ, Σαβαρδαλαχου μαλαχααττηαλοσ ἦν. (Lucian, Alexander, (no name) 53:1)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 53:1)

  • ταύτην ὀλίγοι μὲν ἐμιμήσαντο, Δημοσθένησ δὲ καὶ ὑπερεβάλετο πλὴν οὐχ οὕτωσ γε λευκῶσ οὐδὲ ἀφελῶσ ὥσπερ Λυσίασ χρησάμενοσ αὐτῇ, ἀλλὰ περιέργωσ καὶ πικρῶσ· (Dionysius of Halicarnassus, chapter 66)

    (디오니시오스, chapter 66)

  • πρὸσ δὲ τοὺσ περιέργωσ ὀψωνοῦντασ τάδε φησὶν Ἄλεξισ ἐν Ἐπικλήρῳ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 121)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 121)

  • περιέργωσ γε, νὴ τὸν οὐρανὸν ἐξὸν φράσαι τράπεζα συντόμωσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 83 2:8)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 83 2:8)

유의어

  1. 여분의

  2. 궁금한

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION