παράκλησις
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
παράκλησις
παρακλήσεως
형태분석:
παρακλησι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 소환, 공지, 호출
- a calling to one's aid, summons
- a calling upon, imploring, appealing
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- γράψω αὐτοῖσ κἀγὼ λόγουσ παρακλήσεωσ καὶ ὕψουσ καὶ δογμάτων, ὅπωσ ὦσι σὺν ἐμοὶ εἰσ βοήθειαν. (Septuagint, Liber Maccabees I 10:24)
(70인역 성경, Liber Maccabees I 10:24)
- ἵνα θηλάσητε καὶ ἐμπλησθῆτε ἀπὸ μαστοῦ παρακλήσεωσ αὐτῆσ, ἵνα ἐκθηλάσαντεσ τρυφήσητε ἀπὸ εἰσόδου δόξησ αὐτῆσ. (Septuagint, Liber Isaiae 66:11)
(70인역 성경, 이사야서 66:11)
- ὑμεῖσ δ’, ὧ δήμαρχοι, παρακλήσεωσ μὲν εἰσ τοῦτο τὸ ἔργον οὐ δεῖσθε· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 39 4:1)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 39 4:1)
- πολλῆσ δὲ γενομένησ ἐν τῷ μεταξὺ τοῦ ἀγῶνοσ χρόνῳ σπουδῆσ τε καὶ παρακλήσεωσ ἀμφοτέρων οἱ μὲν ὑπόδικοι πολλὰσ ἐλπίδασ εἶχον ἐπὶ τῇ βουλῇ καὶ τὸ κινδύνευμα ἐν ἐλαφρῷ ἐποιοῦντο, ὑπισχνουμένων αὐτοῖσ πρεσβυτέρων τε καὶ νέων οὐκ ἐάσειν τὸν ἀγῶνα ἐπιτελεσθῆναι. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 48 5:2)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 48 5:2)
- τῶν μὲν οὖν ἄλλων συνέδρων τῶν ἀπελαθέντων τῆσ κατοικιδίου βουλῆσ ἧττον ἔφη θαυμάζειν, Μάρκου δὲ Ὁρατίου καὶ Λευκίου Οὐαλερίου τῶν καταλυσάντων τὴν ὀλιγαρχίαν, ὑπατικῶν ἀνδρῶν καὶ οὐδενὸσ ἧττον ἐπιτηδείων τὰ κοινὰ βουλεύειν, τὴν ἀπαξίωσιν τῆσ εἰσ τὸ συνέδριον παρακλήσεωσ ἐκπεπλῆχθαι, καὶ οὐ δύνασθαι συμβάλλειν ἐπὶ τίνι λόγῳ δικαίῳ, εἰκάζειν δὲ μίαν αἰτίαν, ὅτι πονηρὰσ καὶ ἀσυμφόρουσ γνώμασ εἰσηγεῖσθαι μέλλοντεσ κατὰ τῶν δημοτικῶν οὐκ ἐβούλοντο παρακαλεῖν εἰσ ταῦτα τὰ συνέδρια τοὺσ φιλοδημοτάτουσ, ἀγανακτήσοντασ δηλονότι καὶ οὐ περιοψομένουσ οὐδὲν ἄδικον πολίτευμα κατὰ τοῦ δήμου γινόμενον. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 57 4:2)
(디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 57 4:2)
유의어
-
소환
- βοή (aid called for, succour)
-
a calling upon