- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πανημέριος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: panēmerios 고전 발음: [빠네:메리오] 신약 발음: [빠네매리오]

기본형: πανημέριος πανημέριη πανημέριον

형태분석: πανημερι (어간) + ος (어미)

  1. all day long, all day long, in a whole day
  2. of the whole day

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πανημέριος

(이)가

πανημέρία

(이)가

πανημέριον

(것)가

속격 πανημερίου

(이)의

πανημέρίας

(이)의

πανημερίου

(것)의

여격 πανημερίῳ

(이)에게

πανημέρίᾳ

(이)에게

πανημερίῳ

(것)에게

대격 πανημέριον

(이)를

πανημέρίαν

(이)를

πανημέριον

(것)를

호격 πανημέριε

(이)야

πανημέρία

(이)야

πανημέριον

(것)야

쌍수주/대/호 πανημερίω

(이)들이

πανημέρία

(이)들이

πανημερίω

(것)들이

속/여 πανημερίοιν

(이)들의

πανημέρίαιν

(이)들의

πανημερίοιν

(것)들의

복수주격 πανημέριοι

(이)들이

πανημέριαι

(이)들이

πανημέρια

(것)들이

속격 πανημερίων

(이)들의

πανημέριῶν

(이)들의

πανημερίων

(것)들의

여격 πανημερίοις

(이)들에게

πανημέρίαις

(이)들에게

πανημερίοις

(것)들에게

대격 πανημερίους

(이)들을

πανημέρίας

(이)들을

πανημέρια

(것)들을

호격 πανημέριοι

(이)들아

πανημέριαι

(이)들아

πανημέρια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. all day long

  2. of the whole day

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION