- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παιδευτικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: paideutikos 고전 발음: [띠꼬] 신약 발음: [빼데띠꼬]

기본형: παιδευτικός παιδευτική παιδευτικόν

형태분석: παιδευτικ (어간) + ος (어미)

어원: from παιδεύω

  1. of or for teaching, education

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παιδευτικός

(이)가

παιδευτική

(이)가

παιδευτικόν

(것)가

속격 παιδευτικοῦ

(이)의

παιδευτικῆς

(이)의

παιδευτικοῦ

(것)의

여격 παιδευτικῷ

(이)에게

παιδευτικῇ

(이)에게

παιδευτικῷ

(것)에게

대격 παιδευτικόν

(이)를

παιδευτικήν

(이)를

παιδευτικόν

(것)를

호격 παιδευτικέ

(이)야

παιδευτική

(이)야

παιδευτικόν

(것)야

쌍수주/대/호 παιδευτικώ

(이)들이

παιδευτικά

(이)들이

παιδευτικώ

(것)들이

속/여 παιδευτικοῖν

(이)들의

παιδευτικαῖν

(이)들의

παιδευτικοῖν

(것)들의

복수주격 παιδευτικοί

(이)들이

παιδευτικαί

(이)들이

παιδευτικά

(것)들이

속격 παιδευτικῶν

(이)들의

παιδευτικῶν

(이)들의

παιδευτικῶν

(것)들의

여격 παιδευτικοῖς

(이)들에게

παιδευτικαῖς

(이)들에게

παιδευτικοῖς

(것)들에게

대격 παιδευτικούς

(이)들을

παιδευτικάς

(이)들을

παιδευτικά

(것)들을

호격 παιδευτικοί

(이)들아

παιδευτικαί

(이)들아

παιδευτικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ ἐπεὶ τὸν Νομᾶ καὶ Λυκούργου διεληλύθαμεν βίον, ἐκκειμένων ἀμφοῖν, εἰ καὶ χαλεπὸν ἔργον, οὐκ ἀποκνητέον συναγαγεῖν τὰς διαφοράς, αἱ μὲν γὰρ κοινότητες ἐπιφαίνονται ταῖς πράξεσιν, οἱο῀ν ἡ σωφροσύνη τῶν ἀνδρῶν, ἡ εὐσέβεια, τὸ πολιτικόν, τὸ παιδευτικόν, τὸ μίαν ἀρχὴν παρὰ τῶν θεῶν ἀμφοτέρους λαβεῖν τῆς νομοθεσίας: (Plutarch, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 1 1:1)

    (플루타르코스, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 1 1:1)

  • ἐκεῖ δὲ καὶ τοῖς Ὁμήρου ποιήμασιν ἐντυχὼν πρῶτον, ὡς ἐοίκε, παρὰ τοῖς ἐκγόνοις τοῖς Κρεοφύλου διατηρουμένοις, καὶ κατιδὼν ἐν αὐτοῖς τῆς πρὸς ἡδονὴν καὶ ἀκρασίαν διατριβῆς τὸ πολιτικὸν καὶ παιδευτικὸν οὐκ ἐλάττονος ἄξιον σπουδῆς ἀναμεμιγμένον, ἐγράψατο προθύμως καὶ συνήγαγεν ὡς δεῦρο κομιῶν. (Plutarch, Lycurgus, chapter 4 4:1)

    (플루타르코스, Lycurgus, chapter 4 4:1)

  • ἔστω δὴ διακριτικῆς τέχνης καθαρτική, καθαρτικῆς δὲ τὸ περὶ ψυχὴν μέρος ἀφωρίσθω, τούτου δὲ διδασκαλική, διδασκαλικῆς δὲ παιδευτική: (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 91:2)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 91:2)

  • τῆς δὲ παιδευτικῆς ὁ περὶ τὴν μάταιον δοξοσοφίαν γιγνόμενος ἔλεγχος ἐν τῷ νῦν λόγῳ παραφανέντι μηδὲν ἄλλ ἡμῖν εἶναι λεγέσθω πλὴν ἡ γένει γενναία σοφιστική. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 91:3)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 91:3)

  • " γέγραπται δὲ τῷ Πυθαγόρᾳ συγγράμματα τρία, Παιδευτικόν, Πολιτικόν, Φυσικόν: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, h, Kef. a'. PUQAGORAS 6:6)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, h, Kef. a'. PUQAGORAS 6:6)

유의어

  1. of or for teaching

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION