- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παγγέλοιος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: pangeloios 고전 발음: [빵겔로] 신약 발음: [빵갤뤼오]

기본형: παγγέλοιος παγγέλοιον

형태분석: παγγελοι (어간) + ος (어미)

어원: πᾶς

  1. quite ridiculous

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 παγγέλοιος

(이)가

παγγέλοιον

(것)가

속격 παγγελοίου

(이)의

παγγελοίου

(것)의

여격 παγγελοίῳ

(이)에게

παγγελοίῳ

(것)에게

대격 παγγέλοιον

(이)를

παγγέλοιον

(것)를

호격 παγγέλοιε

(이)야

παγγέλοιον

(것)야

쌍수주/대/호 παγγελοίω

(이)들이

παγγελοίω

(것)들이

속/여 παγγελοίοιν

(이)들의

παγγελοίοιν

(것)들의

복수주격 παγγέλοιοι

(이)들이

παγγέλοια

(것)들이

속격 παγγελοίων

(이)들의

παγγελοίων

(것)들의

여격 παγγελοίοις

(이)들에게

παγγελοίοις

(것)들에게

대격 παγγελοίους

(이)들을

παγγέλοια

(것)들을

호격 παγγέλοιοι

(이)들아

παγγέλοια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πεποίηται δέ τις αὐτῷ δημηγορῶν παγγέλοιος ἄνθρωπος, διάστροφος τὸ σῶμα καὶ λελωβημένος. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 7:2)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 7:2)

  • παγγέλοια ταῦτα, ὦ Ἑρμῆ. (Lucian, Contemplantes, (no name) 16:9)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 16:9)

  • ἐπεί τοι καὶ παγγέλοια ἄν, ὦ Ἑρμῆ, ἔπασχον, οὐκ ὀλίγα πράγματα ἔχων, εἰ ἔδει μὴ κατάγειν μόνον αὐτούς, ἀλλὰ καὶ αὖθις ἀνάγειν πιομένους. (Lucian, Contemplantes, (no name) 22:11)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 22:11)

  • "ἦν γὰρ ἡ πᾶσα οὐσία τριάκοντά που ταλάντων ἀξία ἣν ὁ γέρων κατέλιπεν, οὐχ ὥσπερ ὁ παγγέλοιος Θεαγένης ἔλεγε πεντακισχιλίων: (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:28)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:28)

  • ἐπεὶ δὲ ἀπέθανεν, αὐτός τε παγγέλοιος ὤφθη μοι ἀποδυσάμενος τὴν τρυφήν, κἀμαυτοῦ ἔτι μᾶλλον κατεγέλων οἱο῀ν κάθαρμα ἐτεθήπειν, ἀπὸ τῆς κνίσης τεκμαιρόμενος αὐτοῦ τὴν εὐδαιμονίαν καὶ μακαρίζων ἐπὶ τῷ αἵματι τῶν ἐν τῇ Λακωνικῇ θαλάττῃ κοχλίδων. (Lucian, Cataplus, (no name) 16:6)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 16:6)

  • παντάπασιν, ὦ Μένιππε, παγγέλοιος καὶ τεταραγμένη. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 17:3)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 17:3)

  • μετὰ ταῦτα Θήβας ἦλθον, οὗ τὴν νύχθ ὅλην τὴν θ ἡμέραν δειπνοῦσι καὶ κοπρῶν ἔχει ἐπὶ ταῖς θύραις ἕκαστος, οὗ πλήρει βροτῷ οὐκ ἔστι μεῖζον ἀγαθὸν ὡς χεζητιῶν μακρὰν βαδίζων, πολλὰ δ ἀσθμαίνων ἀνήρ, δάκνων τὰ χείλη παγγέλοιός ἐστ ἰδεῖν, ἐν δὲ τοῖς Μυσοῖς πρὸς τὸν Ἡρακλέα ποιεῖ τινα τάδε λέγοντα: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 11 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 11 2:2)

유의어

  1. quite ridiculous

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION