- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὁμοπάτριος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: homopatrios 고전 발음: [호모빠리오] 신약 발음: [오모빠리오]

기본형: ὁμοπάτριος ὁμοπάτρια ὁμοπάτριον

형태분석: ὁμοπατρι (어간) + ος (어미)

  1. by the same father

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὁμοπάτριος

(이)가

ὁμοπατρία

(이)가

ὁμοπάτριον

(것)가

속격 ὁμοπατρίου

(이)의

ὁμοπατρίας

(이)의

ὁμοπατρίου

(것)의

여격 ὁμοπατρίῳ

(이)에게

ὁμοπατρίᾳ

(이)에게

ὁμοπατρίῳ

(것)에게

대격 ὁμοπάτριον

(이)를

ὁμοπατρίαν

(이)를

ὁμοπάτριον

(것)를

호격 ὁμοπάτριε

(이)야

ὁμοπατρία

(이)야

ὁμοπάτριον

(것)야

쌍수주/대/호 ὁμοπατρίω

(이)들이

ὁμοπατρία

(이)들이

ὁμοπατρίω

(것)들이

속/여 ὁμοπατρίοιν

(이)들의

ὁμοπατρίαιν

(이)들의

ὁμοπατρίοιν

(것)들의

복수주격 ὁμοπάτριοι

(이)들이

ὁμοπάτριαι

(이)들이

ὁμοπάτρια

(것)들이

속격 ὁμοπατρίων

(이)들의

ὁμοπατριῶν

(이)들의

ὁμοπατρίων

(것)들의

여격 ὁμοπατρίοις

(이)들에게

ὁμοπατρίαις

(이)들에게

ὁμοπατρίοις

(것)들에게

대격 ὁμοπατρίους

(이)들을

ὁμοπατρίας

(이)들을

ὁμοπάτρια

(것)들을

호격 ὁμοπάτριοι

(이)들아

ὁμοπάτριαι

(이)들아

ὁμοπάτρια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῷ γὰρ Τιμοκράτει τῷ τῆς μητρὸς ἀδελφῷ τῆς ἐμῆς τῷ ὁμοπατρίῳ καὶ ὁμομητρίῳ γίγνεται Εὐξίθεος, τοῦ δ Εὐξιθέου τρεῖς υἱεῖς: (Demosthenes, Speeches 51-61, 54:2)

    (데모스테네스, Speeches 51-61, 54:2)

  • ὁ δὲ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεὺς ὑποστρέψας ἀπὸ τῆς μάχης μεταπέμπεται τὸν Ιὤαζον πρὸς αὑτὸν εἰς Ἀμαθὰ καλουμένην πόλιν, ἥτις ἐστὶ τῆς Συρίας, καὶ τὸν μὲν ἐλθόντα ἔδησε, τῷ δὲ πρεσβυτέρῳ αὐτοῦ ἀδελφῷ ὁμοπατρίῳ ὄντι Ἐλιακείμῳ τοὔνομα τὴν βασιλείαν παραδίδωσι μετονομάσας αὐτὸν Ιωἄκειμον: (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 10 103:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 10 103:1)

  • Ἡρωδιὰς δὲ αὐτῶν ἡ ἀδελφὴ γίνεται Ἡρώδῃ Ἡρώδου τοῦ μεγάλου παιδὶ γεγονότι ἐκ Μαριάμμης τῆς τοῦ Σίμωνος τοῦ ἀρχιερέως, καὶ αὐτοῖς Σαλώμη γίνεται, μεθ ἧς τὰς γονὰς Ἡρωδιὰς ἐπὶ συγχύσει φρονήσασα τῶν πατρίων Ἡρώδῃ γαμεῖται τοῦ ἀνδρὸς τῷ ὁμοπατρίῳ ἀδελφῷ διαστᾶσα ζῶντος. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 18 167:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 18 167:2)

유의어

  1. by the same father

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION