μικροψυχία
First declension Noun; Feminine
Transliteration:
Principal Part:
μικροψυχία
Structure:
μικροψυχι
(Stem)
+
ᾱ
(Ending)
Sense
- littleness of soul, meanness of spirit
Declension
First declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- λογιστικοῦ ἡ ἀφροσύνη, τοῦ δὲ θυμοειδοῦσ ἥ τε ὀργιλότησ καὶ ἡ δειλία, τοῦ δὲ ἐπιθυμητικοῦ ἥ τε ἀκολασία καὶ ἡ ἀκράτεια, ὅλησ δὲ τῆσ ψυχῆσ ἥ τε ἀδικία καὶ ἀνελευθεριότησ καὶ μικροψυχία. (Aristotle, Virtues and Vices 6:1)
- μικροψυχία δ’ ἐστὶ κακία ψυχῆσ, καθ’ ἣν ἀδύνατοί εἰσι φέρειν εὐτυχίαν καὶ ἀτυχίαν καὶ τιμὴν καὶ ἀτιμίαν. (Aristotle, Virtues and Vices 13:3)
- βαρυθυμία καὶ μικροψυχία, ταπεινότησ, ἀμετρία, ἀγένεια, μισανθρωπία. (Aristotle, Virtues and Vices 42:1)
- μὲν ἐπὶ τὸ ἀξιοῦν ἑαυτὸν ἀγαθῶν μεγάλων ἀνάξιον ὄντα χαυνότησ τοὺσ τοιούτουσ γὰρ χαύνουσ λέγομεν, ὅσοι μεγάλων οἰόνται ἄξιοι εἶναι οὐκ ὄντεσ, ἡ δὲ περὶ τὸ ἄξιον ὄντα μὴ ἀξιοῦν ἑαυτὸν μεγάλων μικροψυχία μικροψύχου γὰρ εἶναι δοκεῖ, ὅστισ ὑπαρχόντων δι’ ἃ δικαίωσ ἂν ἠξιοῦτο, μὴ ἀξιοῖ μηθενὸσ μεγάλου ἑαυτόν, ὥστ’ ἀνάγκη καὶ τὴν μεγαλοψυχίαν εἶναι μεσότητα χαυνότητοσ καὶ μικροψυχίασ. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 3 112:1)
- μεγαλοπρέπεια δὲ ἀρετὴ ἐν δαπανήμασι μεγέθουσ ποιητική, μικροψυχία δὲ καὶ μικροπρέπεια τἀναντία. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 9 12:1)
- ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μικροψυχίᾳ μικρολογία, μεμψιμοιρία, δυσελπιστία, ταπεινότησ. (Aristotle, Virtues and Vices 43:1)
Synonyms
-
littleness of soul