μεταβολή
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
μεταβολή
형태분석:
μεταβολ
(어간)
+
η
(어미)
뜻
- 변화, 전환, 거스름돈
- 교환, 교류, 거스름돈, 잔돈
- 변화, 전환, 거스름돈, 변환, 변동, 전화, 잔돈, 우수리, 변경, 변천
- 식, 월식
- 혁명, 변화, 순환
- a change, changing
- exchange, barter, traffic
- a transition, change, changes, vicissitudes, change from, change to . ., going over, change to
- an eclipse
- change, a revolution
- a wheeling about
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ψ καὶ οὐκ ηὐφράνθη ἡ δούλη σου ἀφ̓ ἡμέρασ μεταβολῆσ μου μέχρι νῦν, πλὴν ἐπὶ σοί, Κύριε, ὁ Θεὸσ Ἁβραάμ. (Septuagint, Liber Esther 4:39)
(70인역 성경, 에스테르기 4:39)
- βασιλεῦ, μέχρι τίνοσ ὡσ ἀλόγουσ ἡμᾶσ διαπειράζεισ, προστάσσων ἤδη τρίτον αὐτοὺσ ἀφανίσαι καὶ πάλιν ἐπὶ τῶν πραγμάτων ἐκ μεταβολῆσ ἀναλύων τὰ σοὶ δεδογμένα̣ (Septuagint, Liber Maccabees III 5:40)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 5:40)
- καὶ ἔσται αὐτῷ κυκλόθεν, ὅθεν ἦν αὐτῶν ἡ ἐλπὶσ τῆσ βοηθείασ, ἐφ̓ ᾗ αὐτὸσ ἐπεποίθει. αὐτοὶ μετὰ αὐλῶν καὶ κιθάρασ πολεμήσουσιν αὐτὸν ἐκ μεταβολῆσ. (Septuagint, Liber Isaiae 30:32)
(70인역 성경, 이사야서 30:32)
- αἰτία δ’ οἶμαι καὶ ἀρχὴ τῆσ τοσαύτησ μεταβολῆσ ἐγένετο ἡ πάντων κρατοῦσα Ῥώμη πρὸσ ἑαυτὴν ἀναγκάζουσα τὰσ ὅλασ πόλεισ ἀποβλέπειν καὶ ταύτησ δὲ αὐτῆσ οἱ δυναστεύοντεσ κατ’ ἀρετὴν καὶ ἀπὸ τοῦ κρατίστου τὰ κοινὰ διοικοῦντεσ, εὐπαίδευτοι πάνυ καὶ γενναῖοι τὰσ κρίσεισ γενόμενοι, ὑφ’ ὧν κοσμούμενον τό τε φρόνιμον τῆσ πόλεωσ μέροσ ἔτι μᾶλλον ἐπιδέδωκεν καὶ τὸ ἀνόητον ἠνάγκασται νοῦν ἔχειν. (Dionysius of Halicarnassus, De antiquis oratoribus, chapter 31)
(디오니시오스, De antiquis oratoribus, chapter 31)
- καὶ οὐκ ἂν θαυμάσαιμι τηλικαύτησ μεταβολῆσ ἐν τούτῳ τῷ βραχεῖ χρόνῳ γεγενημένησ, εἰ μηκέτι χωρήσει προσωτέρω μιᾶσ γενεᾶσ ὁ ζῆλοσ ἐκεῖνοσ τῶν ἀνοήτων λόγων· (Dionysius of Halicarnassus, De antiquis oratoribus, chapter 3 1:2)
(디오니시오스, De antiquis oratoribus, chapter 3 1:2)
유의어
-
변화
- ἀλλαγή (변화, 전환)
- μετάστασις (변화, 전환, 거스름돈)
- μεταλλαγή (a change from)
- μετάθεσις (a power of changing)
- μετάπτωσις (변화, 전환, 거스름돈)
- ἀμοιβή (변화, 교류, 거스름돈)
- ἀλλοίωσις (변화, 전환, 변경)
- ἐκδιαίτησις (change of habits)
- κίνησις (혁명, 변화, 순환)
- μετάβασις (혁명, 변화, 순환)
-
교환
-
식
-
혁명
- κίνησις (혁명, 변화, 순환)
- μετάβασις (혁명, 변화, 순환)
- περιήλυσις (혁명, 순환)
- μετάστασις (혁명, 순환, 회전)
- μετάστασις (변화, 전환, 거스름돈)
- μεταλλαγή (a change from)
- ἀλλαγή (변화, 전환)
-
a wheeling about