헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μελαίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μελαίνω

형태분석: μελαίν (어간) + ω (인칭어미)

어원: me/las

  1. 검어지다, 어두워지다
  2. 지나가다, 지나치다, 지나다
  1. to blacken, he had, stained black
  2. Pass., to grow black

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μελαίνω

(나는) 검어진다

μελαίνεις

(너는) 검어진다

μελαίνει

(그는) 검어진다

쌍수 μελαίνετον

(너희 둘은) 검어진다

μελαίνετον

(그 둘은) 검어진다

복수 μελαίνομεν

(우리는) 검어진다

μελαίνετε

(너희는) 검어진다

μελαίνουσιν*

(그들은) 검어진다

접속법단수 μελαίνω

(나는) 검어지자

μελαίνῃς

(너는) 검어지자

μελαίνῃ

(그는) 검어지자

쌍수 μελαίνητον

(너희 둘은) 검어지자

μελαίνητον

(그 둘은) 검어지자

복수 μελαίνωμεν

(우리는) 검어지자

μελαίνητε

(너희는) 검어지자

μελαίνωσιν*

(그들은) 검어지자

기원법단수 μελαίνοιμι

(나는) 검어지기를 (바라다)

μελαίνοις

(너는) 검어지기를 (바라다)

μελαίνοι

(그는) 검어지기를 (바라다)

쌍수 μελαίνοιτον

(너희 둘은) 검어지기를 (바라다)

μελαινοίτην

(그 둘은) 검어지기를 (바라다)

복수 μελαίνοιμεν

(우리는) 검어지기를 (바라다)

μελαίνοιτε

(너희는) 검어지기를 (바라다)

μελαίνοιεν

(그들은) 검어지기를 (바라다)

명령법단수 μέλαινε

(너는) 검어져라

μελαινέτω

(그는) 검어져라

쌍수 μελαίνετον

(너희 둘은) 검어져라

μελαινέτων

(그 둘은) 검어져라

복수 μελαίνετε

(너희는) 검어져라

μελαινόντων, μελαινέτωσαν

(그들은) 검어져라

부정사 μελαίνειν

검어지는 것

분사 남성여성중성
μελαινων

μελαινοντος

μελαινουσα

μελαινουσης

μελαινον

μελαινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μελαίνομαι

μελαίνει, μελαίνῃ

μελαίνεται

쌍수 μελαίνεσθον

μελαίνεσθον

복수 μελαινόμεθα

μελαίνεσθε

μελαίνονται

접속법단수 μελαίνωμαι

μελαίνῃ

μελαίνηται

쌍수 μελαίνησθον

μελαίνησθον

복수 μελαινώμεθα

μελαίνησθε

μελαίνωνται

기원법단수 μελαινοίμην

μελαίνοιο

μελαίνοιτο

쌍수 μελαίνοισθον

μελαινοίσθην

복수 μελαινοίμεθα

μελαίνοισθε

μελαίνοιντο

명령법단수 μελαίνου

μελαινέσθω

쌍수 μελαίνεσθον

μελαινέσθων

복수 μελαίνεσθε

μελαινέσθων, μελαινέσθωσαν

부정사 μελαίνεσθαι

분사 남성여성중성
μελαινομενος

μελαινομενου

μελαινομενη

μελαινομενης

μελαινομενον

μελαινομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμέλαινον

(나는) 검어지고 있었다

ἐμέλαινες

(너는) 검어지고 있었다

ἐμέλαινεν*

(그는) 검어지고 있었다

쌍수 ἐμελαίνετον

(너희 둘은) 검어지고 있었다

ἐμελαινέτην

(그 둘은) 검어지고 있었다

복수 ἐμελαίνομεν

(우리는) 검어지고 있었다

ἐμελαίνετε

(너희는) 검어지고 있었다

ἐμέλαινον

(그들은) 검어지고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμελαινόμην

ἐμελαίνου

ἐμελαίνετο

쌍수 ἐμελαίνεσθον

ἐμελαινέσθην

복수 ἐμελαινόμεθα

ἐμελαίνεσθε

ἐμελαίνοντο

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φεῦγε τὸ μελαῖνον τοῦτο καὶ συνιστάμενον νέφοσ· (Plutarch, De curiositate, section 4 2:2)

    (플루타르코스, De curiositate, section 4 2:2)

  • φεῦγε τὸ μελαῖνον τοῦτο καὶ συνιστάμενον νέφοσ· (Plutarch, De curiositate, section 4 6:5)

    (플루타르코스, De curiositate, section 4 6:5)

유의어

  1. 지나가다

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION