헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λόγιος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λόγιος λόγιᾱ λόγιον

형태분석: λογι (어간) + ος (어미)

어원: lo/gos

  1. 밝은
  2. 웅변인, 유창한, 달변인
  1. versed in tales or stories, a chronicler, annalist
  2. learned, erudite
  3. skilled in words, eloquent

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λόγιος

(이)가

λογίᾱ

(이)가

λόγιον

(것)가

속격 λογίου

(이)의

λογίᾱς

(이)의

λογίου

(것)의

여격 λογίῳ

(이)에게

λογίᾱͅ

(이)에게

λογίῳ

(것)에게

대격 λόγιον

(이)를

λογίᾱν

(이)를

λόγιον

(것)를

호격 λόγιε

(이)야

λογίᾱ

(이)야

λόγιον

(것)야

쌍수주/대/호 λογίω

(이)들이

λογίᾱ

(이)들이

λογίω

(것)들이

속/여 λογίοιν

(이)들의

λογίαιν

(이)들의

λογίοιν

(것)들의

복수주격 λόγιοι

(이)들이

λόγιαι

(이)들이

λόγια

(것)들이

속격 λογίων

(이)들의

λογιῶν

(이)들의

λογίων

(것)들의

여격 λογίοις

(이)들에게

λογίαις

(이)들에게

λογίοις

(것)들에게

대격 λογίους

(이)들을

λογίᾱς

(이)들을

λόγια

(것)들을

호격 λόγιοι

(이)들아

λόγιαι

(이)들아

λόγια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φησὶν ἀκούων λόγια ἰσχυροῦ, ὅστισ ὅρασιν Θεοῦ εἶδεν ἐν ὕπνῳ, ἀποκεκαλυμμένοι οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Numeri 24:4)

    (70인역 성경, 민수기 24:4)

  • ἀκούων λόγια Θεοῦ, ἐπιστάμενοσ ἐπιστήμην παρὰ ὑψίστου καὶ ὅρασιν Θεοῦ ἰδὼν ἐν ὕπνῳ, ἀποκεκαλυμμένοι οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Numeri 24:16)

    (70인역 성경, 민수기 24:16)

  • τὰ λόγια Κυρίου λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ κεκαθαρισμένον ἑπταπλασίωσ. (Septuagint, Liber Psalmorum 11:7)

    (70인역 성경, 시편 11:7)

  • ὁ Θεόσ μου, ἄμωμοσ ἡ ὁδὸσ αὐτοῦ, τὰ λόγια Κυρίου πεπυρωμένα, ὑπερασπιστήσ ἐστι πάντων τῶν ἐλπιζόντων ἐπ̓ αὐτόν. (Septuagint, Liber Psalmorum 17:31)

    (70인역 성경, 시편 17:31)

  • ^ κακὸν κακῶσ σε ὁ λόγιοσ Ἑρμῆσ ἐπιτρίψειεν αὐτοῖσ λόγοισ. (Lucian, Pseudologista, (no name) 21:3)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 21:3)

  • "λόγιοσ ἁνὴρ, ὦ παῖ, λόγιοσ καὶ φιλόπατρισ. (Plutarch, Cicero, chapter 49 3:2)

    (플루타르코스, Cicero, chapter 49 3:2)

  • ὧν εἷσ γενόμενοσ Πιτθεύσ, ὁ Θησέωσ πάπποσ, πόλιν μὲν οὐ μεγάλην τὴν Τροιζηνίων ᾤκισε, δόξαν δὲ μάλιστα πάντων ὡσ ἀνὴρ λόγιοσ ἐν τοῖσ τότε καὶ σοφώτατοσ ἔσχεν. (Plutarch, chapter 3 1:3)

    (플루타르코스, chapter 3 1:3)

  • "ἐμοὶ λοιδορούμενοσ, δι’ ὃν ἐξ ἀφώνου λόγιοσ ἐκ δὲ πεινατικοῦ ἐμετικὸσ; (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 12 2:1)

    (플루타르코스, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 12 2:1)

유의어

  1. 웅변인

관련어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION