헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κῶμος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κῶμος κώμου

형태분석: κωμ (어간) + ος (어미)

어원: kw/mh

  1. 축제, 휴일, 축제일, 절차, 차례
  1. festival, procession, revel, carousel
  2. The band of revellers of such an event
  3. A song or ode sung at such an event

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κῶμος

축제가

κώμω

축제들이

κῶμοι

축제들이

속격 κώμου

축제의

κώμοιν

축제들의

κώμων

축제들의

여격 κώμῳ

축제에게

κώμοιν

축제들에게

κώμοις

축제들에게

대격 κῶμον

축제를

κώμω

축제들을

κώμους

축제들을

호격 κῶμε

축제야

κώμω

축제들아

κῶμοι

축제들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἰόμενοι γὰρ σατυρικὰ καὶ γελοῖά τινα καὶ κομιδῇ κωμικὰ παρ’ ἡμῶν ἀκούσεσθαι ‐ τοιαῦτα γὰρ ^ πεπιστεύκασιν, οὐκ οἶδ’ ὅ τι δόξαν αὐτοῖσ ὑπὲρ ἐμοῦ οἱ μὲν οὐδὲ τὴν ἀρχὴν ἀφικνοῦνται, ὡσ οὐδὲν δέον παρέχειν τὰ ὦτα κώμοισ γυναικείοισ καὶ σκιρτήμασι σατυρικοῖσ καταβάντασ ἀπὸ τῶν ἐλεφάντων, οἱ δὲ ὡσ ἐπὶ τοιοῦτό τι ἥκοντεσ ἀντὶ τοῦ κιττοῦ σίδηρον εὑρόντεσ οὐδ’ οὕτωσ ἐπαινεῖν τολμῶσι τῷ παραδόξῳ τοῦ πράγματοσ τεθορυβημένοι. (Lucian, (no name) 5:3)

    (루키아노스, (no name) 5:3)

  • τὸν γὰρ Πολέμωνα τοῦτον, ὅν φησιν ἑαυτῆσ οἰκέτην εἶναι, πεφυκότα οὐ φαύλωσ οὐδὲ κατὰ τὴν Μέθην, ἀλλ’ οἰκεῖον ἐμοὶ τὴν φύσιν, προαρπάσασα νέον ἔτι καὶ ἁπαλὸν ὄντα συναγωνιζομένησ τῆσ Ἡδονῆσ, ἥπερ αὐτῇ τὰ πολλὰ ὑπουργεῖ, διέφθειρε τὸν ἄθλιον τοῖσ κώμοισ καὶ ταῖσ ἑταίραισ παρασχοῦσα ἔκδοτον, ὡσ μηδὲ μικρὸν αὐτῷ τῆσ αἰδοῦσ ὑπολείπεσθαι. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 17:1)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 17:1)

  • ἐγὼ δὲ κώμοισ σὲ φιλοχόροισι μέλψω. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene, lyric3)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Lyric-Scene, lyric3)

  • οὐ θύσοντεσ οὗτοι συνεληλύθασι πατρίοισ θεοῖσ οὐδ’ ὁμογνίων μεθέξοντεσ ἱερῶν ἀλλήλοισ, οὐκ Ἀσκραίῳ Διὶ Λυδίων καρπῶν ἀπαρχὰσ φέροντεσ οὐδὲ Διονύσῳ βεβακχευμένον θύσθλον ἱεραῖσ νυξὶ καὶ κοινοῖσ ὀργιάσοντεσ κώμοισ· (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 1:5)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 1:5)

  • συνεληλύθασι πατρίοισ θεοῖσ οὐδ’ ὁμογνίων μεθέξοντεσ ἱερῶν ἀλλήλοισ, οὐκ Ἀσκραίῳ Διὶ Λυδίων καρπῶν ἀπαρχὰσ φέροντεσ οὐδὲ Διονύσῳ βεβακχευμένον θύσθλον ἱεραῖσ νυξὶ καὶ κοινοῖσ ὀργιάσοντεσ κώμοισ· (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 5:1)

    (플루타르코스, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 5:1)

  • Τιμοξ[ένου πα]ιδὶ σὺν κώ[μοισ ἁμαρ‐ τ[έ]ο]ιτε πεντ[άθλου ϝέκατι. (Bacchylides, , epinicians, ode 9 12:7)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 9 12:7)

유의어

  1. A song or ode sung at such an event

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION