- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κύτος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: kytos 고전 발음: [뀌또] 신약 발음: [뀌또]

기본형: κύτος κύτους

형태분석: κυτο (어간) + ς (어미)

어원: κύω

  1. 그릇, 단지, 항아리
  1. vessel, jar

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κύτος

그릇이

κύτει

그릇들이

κύτη

그릇들이

속격 κύτους

그릇의

κύτοιν

그릇들의

κυτέων

그릇들의

여격 κύτει

그릇에게

κύτοιν

그릇들에게

κύτεσι(ν)

그릇들에게

대격 κύτος

그릇을

κύτει

그릇들을

κύτη

그릇들을

호격 κύτος

그릇아

κύτει

그릇들아

κύτη

그릇들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥστε ἐς τὸν τῶν Δαναϊ´δων πίθον ὑδροφορήσειν μοι δοκῶ καὶ μάτην ἐπαντλήσειν, τοῦ κύτους μὴ στέγοντος, ἀλλὰ πρὶν εἰσρυῆναι σχεδὸν ἐκχυθησομένου τοῦ ἐπιρρέοντος: (Lucian, Timon, (no name) 18:5)

    (루키아노스, Timon, (no name) 18:5)

  • "παρέκειτο δὲ τῷ συμποσίῳ τούτῳ καὶ κοιτὼν ἑπτάκλινος ᾧ συνῆπτο στενὴ σῦριγξ, κατὰ πλάτος τοῦ κύτους χωρίζουσα τὴν γυναικωνῖτιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3730)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3730)

  • Ἀδριακοῖο κύτους λαιμὸς τὸ πάλαι μελίγηρυς, ἡνίκ ἐγαστροφόρουν Βακχιακὰς χάριτας, νῦν κλασθεὶς κεῖμαι νεοθηλέι καρτερὸν ἑρ´κος κλήματι, πρὸς τρυφερὴν τεινομένῳ καλύβην. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 2321)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 2321)

  • καὶ περὶ τὸν διαυχένιον ἅμα καὶ νωτιαῖον μυελὸν ἐξ αὐτοῦ σφονδύλους πλάσας ὑπέτεινεν οἱο῀ν στρόφιγγας, ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς κεφαλῆς, διὰ παντὸς τοῦ κύτους. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 370:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 370:1)

  • δῆλον ὡς αὐτῆς μὲν τῆς πόλεως οὔσης τοῦ κύτους, τῶν δὲ φυλάκων τοὺς μὲν νέους οἱο῀ν ἐν ἄκρᾳ κορυφῇ, ἀπειλεγμένους τοὺς εὐφυεστάτους, ὀξύτητας ἐν πάσῃ τῇ ψυχῇ ἔχοντας, περὶ ὅλην κύκλῳ τὴν πόλιν ὁρᾶν, φρουροῦντας δὲ παραδιδόναι μὲν τὰς αἰσθήσεις ταῖς μνήμαις, τοῖς πρεσβυτέροις δὲ ἐξαγγέλους γίγνεσθαι πάντων τῶν κατὰ πόλιν, τοὺς δὲ νῷ ἀπῃκασμένους τῷ πολλὰ καὶ ἄξια λόγου διαφερόντως φρονεῖν, τοὺς γέροντας, βουλεύεσθαι, καὶ ὑπηρέταις χρωμένους μετὰ συμβουλίας τοῖς νέοις, οὕτω δὴ κοινῇ σῴζειν ἀμφοτέρους ὄντως τὴν πόλιν ὅλην. (Plato, Laws, book 12 162:1)

    (플라톤, Laws, book 12 162:1)

유의어

  1. 그릇

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION