헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κρυπτός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κρυπτός κρυπτή κρυπτόν

형태분석: κρυπτ (어간) + ος (어미)

어원: kru/ptw의 분사형,

  1. 비밀의, 숨겨진, 감춰진, 숨은, 개인적인
  1. concealed, private, hidden, secret

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κρυπτός

비밀의 (이)가

κρυπτή

비밀의 (이)가

κρυπτόν

비밀의 (것)가

속격 κρυπτοῦ

비밀의 (이)의

κρυπτῆς

비밀의 (이)의

κρυπτοῦ

비밀의 (것)의

여격 κρυπτῷ

비밀의 (이)에게

κρυπτῇ

비밀의 (이)에게

κρυπτῷ

비밀의 (것)에게

대격 κρυπτόν

비밀의 (이)를

κρυπτήν

비밀의 (이)를

κρυπτόν

비밀의 (것)를

호격 κρυπτέ

비밀의 (이)야

κρυπτή

비밀의 (이)야

κρυπτόν

비밀의 (것)야

쌍수주/대/호 κρυπτώ

비밀의 (이)들이

κρυπτᾱ́

비밀의 (이)들이

κρυπτώ

비밀의 (것)들이

속/여 κρυπτοῖν

비밀의 (이)들의

κρυπταῖν

비밀의 (이)들의

κρυπτοῖν

비밀의 (것)들의

복수주격 κρυπτοί

비밀의 (이)들이

κρυπταί

비밀의 (이)들이

κρυπτά

비밀의 (것)들이

속격 κρυπτῶν

비밀의 (이)들의

κρυπτῶν

비밀의 (이)들의

κρυπτῶν

비밀의 (것)들의

여격 κρυπτοῖς

비밀의 (이)들에게

κρυπταῖς

비밀의 (이)들에게

κρυπτοῖς

비밀의 (것)들에게

대격 κρυπτούς

비밀의 (이)들을

κρυπτᾱ́ς

비밀의 (이)들을

κρυπτά

비밀의 (것)들을

호격 κρυπτοί

비밀의 (이)들아

κρυπταί

비밀의 (이)들아

κρυπτά

비밀의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐποίησε τῷ οἴκῳ θυρίδασ παρακυπτομένασ κρυπτάσ. (Septuagint, Liber I Regum 6:8)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 6:8)

  • καὶ ὀργισθεὶσ ὁ βασιλεὺσ τότε συνέλαβε τοὺσ ἱερεῖσ καὶ τὰσ γυναῖκασ καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν, καὶ ἔδειξαν αὐτῷ τὰσ κρυπτὰσ θύρασ, δι’ ὧν εἰσεπορεύοντο καὶ ἐδαπάνων τὰ ἐπὶ τῆσ τραπέζησ. (Septuagint, Prophetia Danielis 12:33)

    (70인역 성경, 다니엘서 12:33)

  • ὅταν γε μὴν προφυλάττειν δέῃ, ἐγὼ μὲν ἀεὶ ἐπαινῶ τὰσ κρυπτὰσ σκοπάσ τε καὶ φυλακάσ· (Xenophon, Minor Works, , chapter 4 12:2)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 4 12:2)

  • ἔτι δὲ τῷ μὲν κρυπτὰσ ἔχοντι φυλακὰσ ἐξέσται μὲν φανεροῖσ ὀλίγοισ ἔμπροσθεν τῶν κρυπτῶν φυλάττοντα πειρᾶσθαι τοὺσ πολεμίουσ εἰσ ἐνέδρασ ὑπάγειν· (Xenophon, Minor Works, , chapter 4 14:1)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 4 14:1)

  • πάντα δὲ ἀνίχνευέν τε καὶ πρὸσ τὸν ἀδελφὸν μειζόνωσ ἐκδεινοῦσα ἀπεσήμαινεν συνόδουσ τε κρυπτὰσ καὶ πότουσ βουλευτήριά τε ἀφανῶσ κατεσκευασμένα, ὧν μὴ ἐπ’ ὀλέθρῳ τῷ ἐκείνου συντιθεμένων κἂν πεφανερῶσθαι μὴ κεκωλῦσθαι. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 17 47:3)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 17 47:3)

유의어

  1. 비밀의

파생어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION