헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κολακικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κολακικός κολακική κολακικόν

형태분석: κολακικ (어간) + ος (어미)

어원: = kolakeutiko/s, Plat.

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κολακικός

(이)가

κολακική

(이)가

κολακικόν

(것)가

속격 κολακικοῦ

(이)의

κολακικῆς

(이)의

κολακικοῦ

(것)의

여격 κολακικῷ

(이)에게

κολακικῇ

(이)에게

κολακικῷ

(것)에게

대격 κολακικόν

(이)를

κολακικήν

(이)를

κολακικόν

(것)를

호격 κολακικέ

(이)야

κολακική

(이)야

κολακικόν

(것)야

쌍수주/대/호 κολακικώ

(이)들이

κολακικᾱ́

(이)들이

κολακικώ

(것)들이

속/여 κολακικοῖν

(이)들의

κολακικαῖν

(이)들의

κολακικοῖν

(것)들의

복수주격 κολακικοί

(이)들이

κολακικαί

(이)들이

κολακικά

(것)들이

속격 κολακικῶν

(이)들의

κολακικῶν

(이)들의

κολακικῶν

(것)들의

여격 κολακικοῖς

(이)들에게

κολακικαῖς

(이)들에게

κολακικοῖς

(것)들에게

대격 κολακικούς

(이)들을

κολακικᾱ́ς

(이)들을

κολακικά

(것)들을

호격 κολακικοί

(이)들아

κολακικαί

(이)들아

κολακικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πρῶτον μὲν γὰρ ἀναφανδὸν τῷ σώματι παρεκέχρητο κατὰ τὴν πρώτην ἡλικίαν, εἶτ’ ἀγχίνουσ ὑπῆρχε καὶ μνήμων, καὶ πρὸσ μὲν τοὺσ ταπεινοτέρουσ καταπληκτικώτατοσ καὶ τολμηρότατοσ, πρὸσ δὲ τοὺσ ὑπερέχοντασ κολακικώτατοσ. (Polybius, Histories, book 13, chapter 4 5:1)

    (폴리비오스, Histories, book 13, chapter 4 5:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION