헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κολακευτικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κολακευτικός κολακευτική κολακευτικόν

형태분석: κολακευτικ (어간) + ος (어미)

어원: from kolakeu/w

  1. 화려한, 훌륭한, 멋진
  1. disposed to flatter, flattering, fawning

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κολακευτικός

화려한 (이)가

κολακευτική

화려한 (이)가

κολακευτικόν

화려한 (것)가

속격 κολακευτικοῦ

화려한 (이)의

κολακευτικῆς

화려한 (이)의

κολακευτικοῦ

화려한 (것)의

여격 κολακευτικῷ

화려한 (이)에게

κολακευτικῇ

화려한 (이)에게

κολακευτικῷ

화려한 (것)에게

대격 κολακευτικόν

화려한 (이)를

κολακευτικήν

화려한 (이)를

κολακευτικόν

화려한 (것)를

호격 κολακευτικέ

화려한 (이)야

κολακευτική

화려한 (이)야

κολακευτικόν

화려한 (것)야

쌍수주/대/호 κολακευτικώ

화려한 (이)들이

κολακευτικᾱ́

화려한 (이)들이

κολακευτικώ

화려한 (것)들이

속/여 κολακευτικοῖν

화려한 (이)들의

κολακευτικαῖν

화려한 (이)들의

κολακευτικοῖν

화려한 (것)들의

복수주격 κολακευτικοί

화려한 (이)들이

κολακευτικαί

화려한 (이)들이

κολακευτικά

화려한 (것)들이

속격 κολακευτικῶν

화려한 (이)들의

κολακευτικῶν

화려한 (이)들의

κολακευτικῶν

화려한 (것)들의

여격 κολακευτικοῖς

화려한 (이)들에게

κολακευτικαῖς

화려한 (이)들에게

κολακευτικοῖς

화려한 (것)들에게

대격 κολακευτικούς

화려한 (이)들을

κολακευτικᾱ́ς

화려한 (이)들을

κολακευτικά

화려한 (것)들을

호격 κολακευτικοί

화려한 (이)들아

κολακευτικαί

화려한 (이)들아

κολακευτικά

화려한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐνίουσ δὲ αὐτῶν καὶ ἐγνωρίσαμεν ἰδόντεσ, ὁπόσοι ἦσαν τῶν ἔναγχοσ τετελευτηκότων οἱ δὲ ἐνεκαλύπτοντό τε καὶ ἀπεστρέφοντο, εἰ δὲ καὶ προσβλέποιεν, μάλα δουλοπρεπέσ τι καὶ κολακευτικόν, καὶ ταῦτα πῶσ οἰεί βαρεῖσ ὄντεσ καὶ ὑπερόπται παρὰ τὸν βίον; (Lucian, Necyomantia, (no name) 14:4)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 14:4)

  • "ἐκεῖνοσ μέντοι ἐλεύθεροσ ἀνὴρ ἦν καὶ παρρησίασ μεστόσ, οὐδὲν οὔτε κολακευτικὸν οὔτε δουλοπρεπέσ, ἀλλ̓ ἀλήθεια ἐπὶ πᾶσι. (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 61 1:1)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 61 1:1)

  • τεττάρων δὴ τούτων οὐσῶν, καὶ ἀεὶ πρὸσ τὸ βέλτιστον θεραπευουσῶν τῶν μὲν τὸ σῶμα, τῶν δὲ τὴν ψυχήν, ἡ κολακευτικὴ αἰσθομένη ‐ οὐ γνοῦσα λέγω ἀλλὰ στοχασαμένη ‐ τέτραχα ἑαυτὴν διανείμασα, ὑποδῦσα ὑπὸ ἕκαστον τῶν μορίων, προσποιεῖται εἶναι τοῦτο ὅπερ ὑπέδυ, καὶ τοῦ μὲν βελτίστου οὐδὲν φροντίζει, τῷ δὲ ἀεὶ ἡδίστῳ θηρεύεται τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ, ὥστε δοκεῖ πλείστου ἀξία εἶναι. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 105:3)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 105:3)

  • ὅμωσ δὲ προλέγω ὑμῖν ὅτι ἐσπουδάκατε ἀνδρὸσ ἀκοῦσαιτοσοῦτον πλῆθοσ ὄντεσ οὔτε καλοῦ τὸ εἶδοσ οὔτε ἰσχυροῦ, τῇ τε ἡλικίᾳ παρηκμακότοσ ἤδη, μαθητὴν δὲ οὐδένα ἔχοντοσ, τέχνην δὲ ἢ ἐπιστήμην οὐδεμίαν ὑπισχνουμένου σχεδὸν οὔτε τῶν σεμνῶν οὔτε τῶν ἐλαττόνων, οὔτε μαντικὴν οὔτε σοφιστικήν ἀλλ’ οὐδὲ ῥητορικήν τινα ἢ κολακευτικὴν δύναμιν, οὐδὲ δεινοῦ ξυγγράφειν οὐδὲ ἔργον τι ἔχοντοσ ἄξιον ἐπαίνου καὶ σπουδῆσ, ἀλλ’ ἢ μόνον κομῶντοσ· (Dio, Chrysostom, Orationes, 18:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 18:1)

  • "τεττάρων δὲ τούτων οὐσῶν καὶ ἀεὶ πρὸσ τὸ βέλτιστον θεραπευουσῶν, τῶν μὲν τὸ σῶμα, τῶν δὲ τὴν ψυχὴν, ἡ κολακευτικὴ αἰσθομένη, οὐ γνοῦσα λέγω, ἀλλὰ στοχασαμένη, τέτραχα ἑαυτὴν διανείμασα, ὑποδῦσα ἕκαστον τῶν μορίων προσποιεῖται εἶναι τοῦτο ὅπερ ὑπέδυ, καὶ τοῦ μὲν βελτίστου οὐδὲν φροντίζει, τῷ δὲ ἡδίστῳ θηρεύει τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ, ὥστε δοκεῖν πλείστου ἀξίαν εἶναι. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:44)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 6:44)

유의어

  1. 화려한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION