Ancient Greek-English Dictionary Language

κινητικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: κινητικός κινητική κινητικόν

Structure: κινητικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: kine/w

Sense

  1. of or for putting in motion
  2. moveable, mobile

Examples

  • ἐντελέχεια γάρ ἐστι τούτου ὑπὸ τοῦ κινητικοῦ. (Aristotle, Metaphysics, Book 11 148:2)
  • καὶ ἡ τοῦ κινητικοῦ ἐνέργεια οὐκ ἄλλη ἐστίν. (Aristotle, Metaphysics, Book 11 148:3)
  • οὗ γενομένου συνέδραμον οἱ λοιποὶ σατράπαι πάντεσ, φοβηθέντεσ μὴ τὸ παραπλήσιον πάθωσιν, ὄντοσ τοῦ Πίθωνοσ κινητικοῦ καὶ μεγάλα ταῖσ ἐπιβολαῖσ περιβαλομένου. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 14 2:1)

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION