헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κατακλίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κατακλίνω κλινήσομαι κατεκλίνην

형태분석: κατα (접두사) + κλίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 놓다, 눕다, 낳다, 기대다, 누워 있다, 두다, 아래에 던지다
  2. 전복시키다, 끌어내리다, 파괴하다
  1. to lay down, having made, recline, to lay, to lie at table, sit at meat
  2. to lay prostrate, overthrow

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατακλίνω

(나는) 놓는다

κατακλίνεις

(너는) 놓는다

κατακλίνει

(그는) 놓는다

쌍수 κατακλίνετον

(너희 둘은) 놓는다

κατακλίνετον

(그 둘은) 놓는다

복수 κατακλίνομεν

(우리는) 놓는다

κατακλίνετε

(너희는) 놓는다

κατακλίνουσιν*

(그들은) 놓는다

접속법단수 κατακλίνω

(나는) 놓자

κατακλίνῃς

(너는) 놓자

κατακλίνῃ

(그는) 놓자

쌍수 κατακλίνητον

(너희 둘은) 놓자

κατακλίνητον

(그 둘은) 놓자

복수 κατακλίνωμεν

(우리는) 놓자

κατακλίνητε

(너희는) 놓자

κατακλίνωσιν*

(그들은) 놓자

기원법단수 κατακλίνοιμι

(나는) 놓기를 (바라다)

κατακλίνοις

(너는) 놓기를 (바라다)

κατακλίνοι

(그는) 놓기를 (바라다)

쌍수 κατακλίνοιτον

(너희 둘은) 놓기를 (바라다)

κατακλινοίτην

(그 둘은) 놓기를 (바라다)

복수 κατακλίνοιμεν

(우리는) 놓기를 (바라다)

κατακλίνοιτε

(너희는) 놓기를 (바라다)

κατακλίνοιεν

(그들은) 놓기를 (바라다)

명령법단수 κατακλίνε

(너는) 놓아라

κατακλινέτω

(그는) 놓아라

쌍수 κατακλίνετον

(너희 둘은) 놓아라

κατακλινέτων

(그 둘은) 놓아라

복수 κατακλίνετε

(너희는) 놓아라

κατακλινόντων, κατακλινέτωσαν

(그들은) 놓아라

부정사 κατακλίνειν

놓는 것

분사 남성여성중성
κατακλινων

κατακλινοντος

κατακλινουσα

κατακλινουσης

κατακλινον

κατακλινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατακλίνομαι

(나는) 놓여진다

κατακλίνει, κατακλίνῃ

(너는) 놓여진다

κατακλίνεται

(그는) 놓여진다

쌍수 κατακλίνεσθον

(너희 둘은) 놓여진다

κατακλίνεσθον

(그 둘은) 놓여진다

복수 κατακλινόμεθα

(우리는) 놓여진다

κατακλίνεσθε

(너희는) 놓여진다

κατακλίνονται

(그들은) 놓여진다

접속법단수 κατακλίνωμαι

(나는) 놓여지자

κατακλίνῃ

(너는) 놓여지자

κατακλίνηται

(그는) 놓여지자

쌍수 κατακλίνησθον

(너희 둘은) 놓여지자

κατακλίνησθον

(그 둘은) 놓여지자

복수 κατακλινώμεθα

(우리는) 놓여지자

κατακλίνησθε

(너희는) 놓여지자

κατακλίνωνται

(그들은) 놓여지자

기원법단수 κατακλινοίμην

(나는) 놓여지기를 (바라다)

κατακλίνοιο

(너는) 놓여지기를 (바라다)

κατακλίνοιτο

(그는) 놓여지기를 (바라다)

쌍수 κατακλίνοισθον

(너희 둘은) 놓여지기를 (바라다)

κατακλινοίσθην

(그 둘은) 놓여지기를 (바라다)

복수 κατακλινοίμεθα

(우리는) 놓여지기를 (바라다)

κατακλίνοισθε

(너희는) 놓여지기를 (바라다)

κατακλίνοιντο

(그들은) 놓여지기를 (바라다)

명령법단수 κατακλίνου

(너는) 놓여져라

κατακλινέσθω

(그는) 놓여져라

쌍수 κατακλίνεσθον

(너희 둘은) 놓여져라

κατακλινέσθων

(그 둘은) 놓여져라

복수 κατακλίνεσθε

(너희는) 놓여져라

κατακλινέσθων, κατακλινέσθωσαν

(그들은) 놓여져라

부정사 κατακλίνεσθαι

놓여지는 것

분사 남성여성중성
κατακλινομενος

κατακλινομενου

κατακλινομενη

κατακλινομενης

κατακλινομενον

κατακλινομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατακλινήσομαι

(나는) 놓겠다

κατακλινήσει, κατακλινήσῃ

(너는) 놓겠다

κατακλινήσεται

(그는) 놓겠다

쌍수 κατακλινήσεσθον

(너희 둘은) 놓겠다

κατακλινήσεσθον

(그 둘은) 놓겠다

복수 κατακλινησόμεθα

(우리는) 놓겠다

κατακλινήσεσθε

(너희는) 놓겠다

κατακλινήσονται

(그들은) 놓겠다

기원법단수 κατακλινησοίμην

(나는) 놓겠기를 (바라다)

κατακλινήσοιο

(너는) 놓겠기를 (바라다)

κατακλινήσοιτο

(그는) 놓겠기를 (바라다)

쌍수 κατακλινήσοισθον

(너희 둘은) 놓겠기를 (바라다)

κατακλινησοίσθην

(그 둘은) 놓겠기를 (바라다)

복수 κατακλινησοίμεθα

(우리는) 놓겠기를 (바라다)

κατακλινήσοισθε

(너희는) 놓겠기를 (바라다)

κατακλινήσοιντο

(그들은) 놓겠기를 (바라다)

부정사 κατακλινήσεσθαι

놓을 것

분사 남성여성중성
κατακλινησομενος

κατακλινησομενου

κατακλινησομενη

κατακλινησομενης

κατακλινησομενον

κατακλινησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατέκλινον

(나는) 놓고 있었다

κατέκλινες

(너는) 놓고 있었다

κατέκλινεν*

(그는) 놓고 있었다

쌍수 κατεκλίνετον

(너희 둘은) 놓고 있었다

κατεκλινέτην

(그 둘은) 놓고 있었다

복수 κατεκλίνομεν

(우리는) 놓고 있었다

κατεκλίνετε

(너희는) 놓고 있었다

κατέκλινον

(그들은) 놓고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατεκλινόμην

(나는) 놓여지고 있었다

κατεκλίνου

(너는) 놓여지고 있었다

κατεκλίνετο

(그는) 놓여지고 있었다

쌍수 κατεκλίνεσθον

(너희 둘은) 놓여지고 있었다

κατεκλινέσθην

(그 둘은) 놓여지고 있었다

복수 κατεκλινόμεθα

(우리는) 놓여지고 있었다

κατεκλίνεσθε

(너희는) 놓여지고 있었다

κατεκλίνοντο

(그들은) 놓여지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κἀπειδὴ κατακλίνεσθαι καιρὸσ ἦν, πρῶτον μὲν ἀράμενοι ἀνέθεσαν τὸν Θεσμόπολιν οὐκ ἀπραγμόνωσ μὰ Δία πέντε οἶμαι νεανίσκοι εὐμεγέθεισ, ὑπαυχένια περιβύσαντεσ αὐτῷ πάντοθεν, ὡσ διαμένοι ἐν τῷ σχήματι καὶ ἐπὶ πολὺ καρτερεῖν δύναιτο. (Lucian, Gallus, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 11:3)

  • δέον δὲ ἤδη κατακλίνεσθαι ἁπάντων σχεδὸν παρόντων, ἐν δεξιᾷ μὲν εἰσιόντων αἱ γυναῖκεσ ὅλον τὸν κλιντῆρα ἐκεῖνον ἐπέλαβον, οὐκ ὀλίγαι οὖσαι, καὶ ἐν αὐταῖσ ἡ νύμφη πάνυ ἀκριβῶσ ἐγκεκαλυμμένη, ὑπὸ τῶν γυναικῶν περιεχομένη· (Lucian, Symposium, (no name) 8:1)

    (루키아노스, Symposium, (no name) 8:1)

  • ὅθεν οὔτε κατακλίνεσθαι παρὰ τοῖσ ἀρχαίοισ ἔθοσ, ἀλλὰ · (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 65 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 65 2:4)

  • Ἡγήσανδροσ δέ φησιν οὐδὲ ἔθοσ εἶναι ἐν Μακεδονίᾳ κατακλίνεσθαί τινα ἐν δείπνῳ, εἰ μή τισ ἔξω λίνων ὗν κεντήσειεν· (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 31 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 31 1:1)

  • διδάξασ τε αὐτὸν ὡσ δεῖ κατακλίνεσθαί φησιν ἔπειτ’ ἐπαίνεσόν τι τῶν χαλκωμάτων, ὀροφὴν θέασαι, κρεκάδι’ αὐλῆσ θαύμασον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 6 3:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 6 3:3)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION