- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γεῦμα?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: geuma 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γεῦμα

형태분석: γευματ (어간)

어원: γεύω

  1. 맛, 취향, 식성
  1. a taste, smack

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 γεῦμα

맛이

γεύματε

맛들이

γεύματα

맛들이

속격 γεύματος

맛의

γευμάτοιν

맛들의

γευμάτων

맛들의

여격 γεύματι

맛에게

γευμάτοιν

맛들에게

γεύμασι(ν)

맛들에게

대격 γεῦμα

맛을

γεύματε

맛들을

γεύματα

맛들을

호격 γεῦμα

맛아

γεύματε

맛들아

γεύματα

맛들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐπωνόμασαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τὸ ὄνομα αὐτοῦ, μάν. ἦν δὲ ὡσεὶ σπέρμα κορίου λευκόν, τὸ δὲ γεῦμα αὐτοῦ ὡς ἐγκρὶς ἐν μέλιτι. (Septuagint, Liber Exodus 16:31)

    (70인역 성경, 탈출기 16:31)

  • καὶ διεπορεύετο ὁ λαὸς καὶ συνέλεγον καὶ ἤληθον αὐτὸ ἐν τῷ μύλῳ καὶ ἔτριβον ἐν τῇ θυΐᾳ καὶ ἥψουν αὐτὸ ἐν τῇ χύτρᾳ καὶ ἐποίουν αὐτὸ ἐγκρυφίας, καὶ ἦν ἡ ἡδονὴ αὐτοῦ ὡσεὶ γεῦμα ἐγκρὶς ἐξ ἐλαίου. (Septuagint, Liber Numeri 11:8)

    (70인역 성경, 민수기 11:8)

  • εἰ βρωθήσεται ἄρτος ἄνευ ἁλός; εἰ δὲ καὶ ἔστι γεῦμα ἐν ρήμασι κενοῖς; (Septuagint, Liber Iob 6:6)

    (70인역 성경, 욥기 6:6)

  • ἀνεπαύσατο Μωὰβ ἐκ παιδαρίου καὶ πεποιθὼς ἦν ἐπὶ τῇ δόξῃ αὐτοῦ, οὐκ ἐνέχεεν ἐξ ἀγγείου εἰς ἀγγεῖον καὶ εἰς ἀποικισμὸν οὐκ ᾤχετο. διὰ τοῦτο ἔστη γεῦμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ, καὶ ὀσμὴ αὐτοῦ οὐκ ἐξέλιπε. (Septuagint, Liber Ieremiae 31:11)

    (70인역 성경, 예레미야서 31:11)

  • ἔγωγέ φημι, τρία γε ταυτὶ γεύματα. (Aristophanes, Acharnians, Prologue 6:17)

    (아리스토파네스, Acharnians, Prologue 6:17)

  • "καὶ θέσμιον, φησίν, ἐτέθη τότε προσφέρεσθαι μετὰ τὰ σιτία πᾶσιν ἀκράτου μὲν ὅσον γεῦμα καὶ δεῖγμα τῆς δυνάμεως τοῦ ἀγαθοῦ θεοῦ, τὸν δὲ λοιπὸν ἤδη κεκραμένον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 48 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 48 1:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION