헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φυγαδικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φυγαδικός φυγαδική φυγαδικόν

형태분석: φυγαδικ (어간) + ος (어미)

  1. of or for an exile, of an exile

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φυγαδικός

(이)가

φυγαδική

(이)가

φυγαδικόν

(것)가

속격 φυγαδικοῦ

(이)의

φυγαδικῆς

(이)의

φυγαδικοῦ

(것)의

여격 φυγαδικῷ

(이)에게

φυγαδικῇ

(이)에게

φυγαδικῷ

(것)에게

대격 φυγαδικόν

(이)를

φυγαδικήν

(이)를

φυγαδικόν

(것)를

호격 φυγαδικέ

(이)야

φυγαδική

(이)야

φυγαδικόν

(것)야

쌍수주/대/호 φυγαδικώ

(이)들이

φυγαδικᾱ́

(이)들이

φυγαδικώ

(것)들이

속/여 φυγαδικοῖν

(이)들의

φυγαδικαῖν

(이)들의

φυγαδικοῖν

(것)들의

복수주격 φυγαδικοί

(이)들이

φυγαδικαί

(이)들이

φυγαδικά

(것)들이

속격 φυγαδικῶν

(이)들의

φυγαδικῶν

(이)들의

φυγαδικῶν

(것)들의

여격 φυγαδικοῖς

(이)들에게

φυγαδικαῖς

(이)들에게

φυγαδικοῖς

(것)들에게

대격 φυγαδικούς

(이)들을

φυγαδικᾱ́ς

(이)들을

φυγαδικά

(것)들을

호격 φυγαδικοί

(이)들아

φυγαδικαί

(이)들아

φυγαδικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶθ’ οἱο͂ν ἐξ ἀποδημίασ ἀνακομιζόμεναι φυγαδικῆσ εἰσ πατρίδα, γεύονται χαρᾶσ, οἱάν οἱ τελούμενοι μάλιστα θορύβῳ καὶ πτοήσει συγκεκραμένην μετ’ ἐλπίδοσ ἡδείασ ἔχουσι· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 28 9:1)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 28 9:1)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION