Ancient Greek-English Dictionary Language

φαιδρός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: φαιδρός

Structure: φαιδρ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: fa/w

Sense

  1. bright, beaming
  2. (figuratively) beaming with joy, bright, joyous, jocund

Examples

  • "καὶ πρόιθι φαιδρῶσ, ἵνα τῆσ ἀρετῆσ κατὰ βῆμα μνημονεύῃσ· (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 1, section 9 10:1)
  • "καὶ πρόιθι φαιδρῶσ, ἵνα τῆσ ἀρετῆσ κατὰ βῆμα μνημονεύῃσ. (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 1, section 9 3:3)
  • τέλεα δέ πωσ πελόμενά μοι λύσιμά τ’ ἄχιμά τ’ ἔπιδε, πάτερ, βίαια μὴ φαιδρῶσ ὁρῶν ὄμμασιν ἐνδίκοισ. (Aeschylus, Suppliant Women, choral, strophe 32)
  • οἱ δ’ ἄλλοι πάντεσ φαιδρῶσ καὶ προθύμωσ ἐξωρμῶντο, ἅτε οὐκ ἀνάγκῃ ἀλλ’ ἐθελούσιοι καὶ χάριτοσ ἕνεκα ἐξιόντεσ. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 2 13:3)
  • οἶδε γὰρ ὡσ ἐγὼ πρὸσ αὐτὸν ἔχω καὶ ὡσ πρόσθεν φαιδρῶσ βιοτεύων νυνὶ διάκειμαι, ἔρημοσ ὢν καὶ διὰ πένθουσ τὸ γῆρασ διάγων. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 6 7:4)

Synonyms

  1. bright

  2. beaming with joy

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION