헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐτείχεος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐτείχεος εὐτείχεον

형태분석: εὐτειχε (어간) + ος (어미)

어원: tei=xos

  1. well-walled

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 εὐτείχεος

(이)가

εὐτείχεον

(것)가

속격 εὐτειχέου

(이)의

εὐτειχέου

(것)의

여격 εὐτειχέῳ

(이)에게

εὐτειχέῳ

(것)에게

대격 εὐτείχεον

(이)를

εὐτείχεον

(것)를

호격 εὐτείχεε

(이)야

εὐτείχεον

(것)야

쌍수주/대/호 εὐτειχέω

(이)들이

εὐτειχέω

(것)들이

속/여 εὐτειχέοιν

(이)들의

εὐτειχέοιν

(것)들의

복수주격 εὐτείχεοι

(이)들이

εὐτείχεα

(것)들이

속격 εὐτειχέων

(이)들의

εὐτειχέων

(것)들의

여격 εὐτειχέοις

(이)들에게

εὐτειχέοις

(것)들에게

대격 εὐτειχέους

(이)들을

εὐτείχεα

(것)들을

호격 εὐτείχεοι

(이)들아

εὐτείχεα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥσπερ ὁ Ἀχιλλεὺσ ἄλλωσ μὲν ὑφίετο τῷ θείῳ τῆσ δόξησ καὶ μέτριοσ ἦν λέγων αἴ κέ ποθι Ζεὺσ δῷσι πόλιν Τροίην εὐτείχεον ἐξαλαπάξαι ὑβρισθεὶσ; (Plutarch, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 6 1:1)

    (플루타르코스, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 6 1:1)

  • πρωτίστῳ δίδομεν, εὖτ’ ἂν πτολίεθρον ἕλωμεν , καὶ πάλιν ὁ Ἀχιλλεὺσ αἴ κέ ποθι Ζεὺσ δῷσι πόλιν Τροίην εὐτείχεον ἐξαλαπάξαι ὁ δὲ Θερσίτησ ὅν κεν ἐγὼ δήσασ ἀγάγω ἢ ἄλλοσ Ἀχαιῶν πάλιν τοῦ Ἀγαμέμνονοσ ἐν τῇ ἐπιπωλήσει τὸν Διομήδην λοιδορήσαντοσ ὁ μὲν οὐδὲν ἀντεῖπεν αἰδεσθεὶσ· (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 10 6:1)

    (플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 10 6:1)

  • Αἴθων μὲν γένοσ εἰμί, πόλιν δ’ εὐτείχεα Θήβην οἰκῶ πατρῴασ γῆσ ἀπερυκόμενοσ. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 1386-1389716)

    (작자 미상, 비가, , 1386-1389716)

  • αὐτὰρ Ἀχαιοὶ τριπλῇ τετραπλῇ τ’ ἀποτείσομεν, αἴ κέ ποθι Ζεὺσ δῷσι πόλιν Τροίην εὐτείχεον ἐξαλαπάξαι. (Homer, Iliad, Book 1 15:6)

    (호메로스, 일리아스, Book 1 15:6)

  • ὦ φίλοι ἡρ́ωεσ Δαναοὶ θεράποντεσ Ἄρηοσ Ζεύσ με μέγα Κρονίδησ ἄτῃ ἐνέδησε βαρείῃ, σχέτλιοσ, ὃσ πρὶν μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν Ἴλιον ἐκπέρσαντ’ εὐτείχεον ἀπονέεσθαι, νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο, καί με κελεύει δυσκλέα Ἄργοσ ἱκέσθαι, ἐπεὶ πολὺν ὤλεσα λαόν. (Homer, Iliad, Book 2 11:2)

    (호메로스, 일리아스, Book 2 11:2)

유의어

  1. well-walled

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION