헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπικρατέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπικρατέω ἐπικρατήσω

형태분석: ἐπι (접두사) + κρατέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 제압하다, 넘다, 정복하다
  2. 넘다, 정복하다, 압도하다, 제압하다
  1. to rule over, to have or hold power
  2. to prevail in battle, be victorious, conquer
  3. to prevail over, get the mastery of, to become master of
  4. to be superior

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπικράτω

(나는) 제압한다

ἐπικράτεις

(너는) 제압한다

ἐπικράτει

(그는) 제압한다

쌍수 ἐπικράτειτον

(너희 둘은) 제압한다

ἐπικράτειτον

(그 둘은) 제압한다

복수 ἐπικράτουμεν

(우리는) 제압한다

ἐπικράτειτε

(너희는) 제압한다

ἐπικράτουσιν*

(그들은) 제압한다

접속법단수 ἐπικράτω

(나는) 제압하자

ἐπικράτῃς

(너는) 제압하자

ἐπικράτῃ

(그는) 제압하자

쌍수 ἐπικράτητον

(너희 둘은) 제압하자

ἐπικράτητον

(그 둘은) 제압하자

복수 ἐπικράτωμεν

(우리는) 제압하자

ἐπικράτητε

(너희는) 제압하자

ἐπικράτωσιν*

(그들은) 제압하자

기원법단수 ἐπικράτοιμι

(나는) 제압하기를 (바라다)

ἐπικράτοις

(너는) 제압하기를 (바라다)

ἐπικράτοι

(그는) 제압하기를 (바라다)

쌍수 ἐπικράτοιτον

(너희 둘은) 제압하기를 (바라다)

ἐπικρατοίτην

(그 둘은) 제압하기를 (바라다)

복수 ἐπικράτοιμεν

(우리는) 제압하기를 (바라다)

ἐπικράτοιτε

(너희는) 제압하기를 (바라다)

ἐπικράτοιεν

(그들은) 제압하기를 (바라다)

명령법단수 ἐπικρᾶτει

(너는) 제압해라

ἐπικρατεῖτω

(그는) 제압해라

쌍수 ἐπικράτειτον

(너희 둘은) 제압해라

ἐπικρατεῖτων

(그 둘은) 제압해라

복수 ἐπικράτειτε

(너희는) 제압해라

ἐπικρατοῦντων, ἐπικρατεῖτωσαν

(그들은) 제압해라

부정사 ἐπικράτειν

제압하는 것

분사 남성여성중성
ἐπικρατων

ἐπικρατουντος

ἐπικρατουσα

ἐπικρατουσης

ἐπικρατουν

ἐπικρατουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπικράτουμαι

(나는) 제압된다

ἐπικράτει, ἐπικράτῃ

(너는) 제압된다

ἐπικράτειται

(그는) 제압된다

쌍수 ἐπικράτεισθον

(너희 둘은) 제압된다

ἐπικράτεισθον

(그 둘은) 제압된다

복수 ἐπικρατοῦμεθα

(우리는) 제압된다

ἐπικράτεισθε

(너희는) 제압된다

ἐπικράτουνται

(그들은) 제압된다

접속법단수 ἐπικράτωμαι

(나는) 제압되자

ἐπικράτῃ

(너는) 제압되자

ἐπικράτηται

(그는) 제압되자

쌍수 ἐπικράτησθον

(너희 둘은) 제압되자

ἐπικράτησθον

(그 둘은) 제압되자

복수 ἐπικρατώμεθα

(우리는) 제압되자

ἐπικράτησθε

(너희는) 제압되자

ἐπικράτωνται

(그들은) 제압되자

기원법단수 ἐπικρατοίμην

(나는) 제압되기를 (바라다)

ἐπικράτοιο

(너는) 제압되기를 (바라다)

ἐπικράτοιτο

(그는) 제압되기를 (바라다)

쌍수 ἐπικράτοισθον

(너희 둘은) 제압되기를 (바라다)

ἐπικρατοίσθην

(그 둘은) 제압되기를 (바라다)

복수 ἐπικρατοίμεθα

(우리는) 제압되기를 (바라다)

ἐπικράτοισθε

(너희는) 제압되기를 (바라다)

ἐπικράτοιντο

(그들은) 제압되기를 (바라다)

명령법단수 ἐπικράτου

(너는) 제압되어라

ἐπικρατεῖσθω

(그는) 제압되어라

쌍수 ἐπικράτεισθον

(너희 둘은) 제압되어라

ἐπικρατεῖσθων

(그 둘은) 제압되어라

복수 ἐπικράτεισθε

(너희는) 제압되어라

ἐπικρατεῖσθων, ἐπικρατεῖσθωσαν

(그들은) 제압되어라

부정사 ἐπικράτεισθαι

제압되는 것

분사 남성여성중성
ἐπικρατουμενος

ἐπικρατουμενου

ἐπικρατουμενη

ἐπικρατουμενης

ἐπικρατουμενον

ἐπικρατουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεκρᾶτουν

(나는) 제압하고 있었다

ἐπεκρᾶτεις

(너는) 제압하고 있었다

ἐπεκρᾶτειν*

(그는) 제압하고 있었다

쌍수 ἐπεκράτειτον

(너희 둘은) 제압하고 있었다

ἐπεκρατεῖτην

(그 둘은) 제압하고 있었다

복수 ἐπεκράτουμεν

(우리는) 제압하고 있었다

ἐπεκράτειτε

(너희는) 제압하고 있었다

ἐπεκρᾶτουν

(그들은) 제압하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεκρατοῦμην

(나는) 제압되고 있었다

ἐπεκράτου

(너는) 제압되고 있었다

ἐπεκράτειτο

(그는) 제압되고 있었다

쌍수 ἐπεκράτεισθον

(너희 둘은) 제압되고 있었다

ἐπεκρατεῖσθην

(그 둘은) 제압되고 있었다

복수 ἐπεκρατοῦμεθα

(우리는) 제압되고 있었다

ἐπεκράτεισθε

(너희는) 제압되고 있었다

ἐπεκράτουντο

(그들은) 제압되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ρ καλῶσ οὗν ποιήσετε μὴ προσχρησάμενοι τοῖσ ὑπὸ Ἀμὰν Ἀμαδάθου ἀποσταλεῖσι γράμμασι διὰ τὸν αὐτὸν τὸν ταῦτα ἐξεργασάμενον πρὸσ ταῖσ Σούσων πύλαισ ἐσταυρῶσθαι σὺν τῇ πανοικίᾳ, τὴν καταξίαν τοῦ τὰ πάντα ἐπικρατοῦντοσ Θεοῦ διὰ τάχουσ ἀποδόντοσ αὐτῷ κρίσιν. (Septuagint, Liber Esther 8:29)

    (70인역 성경, 에스테르기 8:29)

  • Ἐμπεδοκλῆσ καὶ οἱ Στωικοὶ χειμῶνα μὲν γίνεσθαι τοῦ ἀέροσ ἐπικρατοῦντοσ τῇ πυκνώσει καὶ εἰσ τὸ ἀνωτέρω βιαζομένου, θερείαν δὲ τοῦ πυρόσ, ὅταν εἰσ τὸ κατωτέρω βιάζηται Περιγεγραμμένων δέ μοι τῶν μεταρσίων, ἐφοδευθήσεται καὶ τὰ πρόσγεια. (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 3, chapter 8 2:1)

    (위 플루타르코스, Placita Philosophorum, book 3, chapter 8 2:1)

  • οἱᾶ δ’ Ἀντιόχου τῆσ τε Ἀσίασ τῆσ ἄνω πολλῶν καὶ μεγάλων ἐθνῶν καὶ τῆσ ἐπὶ θαλάσσῃ, χωρὶσ ὀλίγων, ὅλησ ἐπικρατοῦντοσ, ἔσ τε τὴν Εὐρώπην διαβεβηκότοσ ἤδη, καὶ δόξαν ἐπίφοβον καὶ παρασκευὴν ἱκανὴν ἔχοντοσ, πολλά τε ἄλλα καθ’ ἑτέρων ἐξειργασμένου λαμπρά, δι’ ἃ καὶ μέγασ ἦν ἐπώνυμον αὐτῷ, τὸν πόλεμον οἱ Ῥωμαῖοι χρόνιον σφίσι καὶ μέγαν ἔσεσθαι προσεδόκων. (Appian, The Foreign Wars, chapter 3 4:3)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 3 4:3)

  • καὶ μὴν οὐδ’ ὅπερ ἄν τισ ᾠήθη τῇ πράξει προσιόντεσ ἠμβλύνθησαν, ἀλλ’ ἀτενῆ τὴν γνώμην διεφύλαξαν οἱάν ἔσχον τῶν λόγων ἀκροώμενοι, τοῦ μὲν οἰκείου καὶ φιλοστόργου πάθουσ ἅπασι παραμένοντοσ, τοῦ λογισμοῦ δὲ ὡσ τὰ κράτιστα βεβουλευκότοσ τοῖσ φιλτάτοισ ἐπικρατοῦντοσ. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 436:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 436:1)

  • οὕτω δὲ τοῦ Αἰολικοῦ πλήθουσ ἐπικρατοῦντοσ ἐν τοῖσ ἐκτὸσ Ἰσθμοῦ, καὶ οἱ ἐντὸσ Αἰολεῖσ πρότερον ἦσαν, εἶτ’ ἐμίχθησαν, Ιὤνων μὲν ἐκ τῆσ Ἀττικῆσ τὸν Αἰγιαλὸν κατασχόντων, τῶν δ’ Ἡρακλειδῶν τοὺσ Δωριέασ καταγαγόντων, ὑφ’ ὧν τά τε Μέγαρα ᾠκίσθη καὶ πολλαὶ τῶν ἐν τῇ Πελοποννήσῳ πόλεων. (Strabo, Geography, Book 8, chapter 1 3:7)

    (스트라본, 지리학, Book 8, chapter 1 3:7)

유의어

  1. 제압하다

  2. 넘다

  3. to prevail over

  4. to be superior

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION