헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίγειος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπίγειος ἐπίγειον

형태분석: ἐπιγει (어간) + ος (어미)

어원: ge/a, gh=

  1. 육지의, 지구의
  1. terrestrial

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπίγειος

육지의 (이)가

ἐπίγειον

육지의 (것)가

속격 ἐπιγείου

육지의 (이)의

ἐπιγείου

육지의 (것)의

여격 ἐπιγείῳ

육지의 (이)에게

ἐπιγείῳ

육지의 (것)에게

대격 ἐπίγειον

육지의 (이)를

ἐπίγειον

육지의 (것)를

호격 ἐπίγειε

육지의 (이)야

ἐπίγειον

육지의 (것)야

쌍수주/대/호 ἐπιγείω

육지의 (이)들이

ἐπιγείω

육지의 (것)들이

속/여 ἐπιγείοιν

육지의 (이)들의

ἐπιγείοιν

육지의 (것)들의

복수주격 ἐπίγειοι

육지의 (이)들이

ἐπίγεια

육지의 (것)들이

속격 ἐπιγείων

육지의 (이)들의

ἐπιγείων

육지의 (것)들의

여격 ἐπιγείοις

육지의 (이)들에게

ἐπιγείοις

육지의 (것)들에게

대격 ἐπιγείους

육지의 (이)들을

ἐπίγεια

육지의 (것)들을

호격 ἐπίγειοι

육지의 (이)들아

ἐπίγεια

육지의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ πῶσ ἂν ἔγωγε, ὦ θεσπέσιε καὶ Ὀλύμπιε Μένιππε, γεννητὸσ αὐτὸσ καὶ ἐπίγειοσ ὢν ἀπιστεῖν δυναίμην ὑπερνεφέλῳ ἀνδρὶ καὶ ἵνα καθ’ Ὅμηρον εἴπω τῶν Οὐρανιώνων ἑνί; (Lucian, Icaromenippus, (no name) 2:6)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 2:6)

  • οὐκ ἔστιν αὕτη ἡ σοφία ἄνωθεν κατερχομένη, ἀλλὰ ἐπίγειοσ, ψυχική, δαιμονιώδησ· (IAKWBOU, chapter 1 75:1)

    (IAKWBOU, chapter 1 75:1)

  • οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἐὰν ἡ ἐπίγειοσ ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνουσ καταλυθῇ, οἰκοδομὴν ἐκ θεοῦ ἔχομεν οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖσ οὐρανοῖσ. (PROS KORINQIOUS B, chapter 1 89:1)

    (PROS KORINQIOUS B, chapter 1 89:1)

유의어

  1. 육지의

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION