헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπακτός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπακτός ἐπακτόν

형태분석: ἐπακτ (어간) + ος (어미)

어원: e)pa/gw

  1. 가짜의, 거짓의, 허위의
  1. brought in, imported
  2. alien, false
  3. brought upon oneself

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπακτός

(이)가

έ̓πακτον

(것)가

속격 ἐπακτοῦ

(이)의

ἐπάκτου

(것)의

여격 ἐπακτῷ

(이)에게

ἐπάκτῳ

(것)에게

대격 ἐπακτόν

(이)를

έ̓πακτον

(것)를

호격 ἐπακτέ

(이)야

έ̓πακτον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐπακτώ

(이)들이

ἐπάκτω

(것)들이

속/여 ἐπακτοῖν

(이)들의

ἐπάκτοιν

(것)들의

복수주격 ἐπακτοί

(이)들이

έ̓πακτα

(것)들이

속격 ἐπακτῶν

(이)들의

ἐπάκτων

(것)들의

여격 ἐπακτοῖς

(이)들에게

ἐπάκτοις

(것)들에게

대격 ἐπακτούς

(이)들을

έ̓πακτα

(것)들을

호격 ἐπακτοί

(이)들아

έ̓πακτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐκ ἀστόσ, ἀλλ’ ἐπακτὸσ ἐξ ἄλλησ χθονόσ. (Euripides, Ion, episode 1:24)

    (에우리피데스, Ion, episode 1:24)

  • εἶναί φασι τὰσ αὐτόχθονασ κλεινὰσ Ἀθήνασ οὐκ ἐπείσακτον γένοσ, ἵν’ ἐσπεσοῦμαι δύο νόσω κεκτημένοσ, πατρόσ τ’ ἐπακτοῦ καὐτὸσ ὢν νοθαγενήσ. (Euripides, Ion, episode, iambic14)

    (에우리피데스, Ion, episode, iambic14)

  • σὲ δ’, ὦ τέκνον, καὶ γάμοισι δὴ κλύω ζυγέντα παιδοποιὸν ἁδονὰν ξένοισιν ἐν δόμοισ ἔχειν ξένον τε κῆδοσ ἀμφέπειν, ἄλαστα ματρὶ τᾷδε Λα‐ ίῳ τε τῷ παλαιγενεῖ, γάμων ἐπακτὸν ἄταν. (Euripides, Phoenissae, episode, lyric 2:3)

    (에우리피데스, Phoenissae, episode, lyric 2:3)

  • τῆσ δὲ πολιτείασ μέγα μὲν ἔγκλημα τοῦ Περικλέουσ ὁ πόλεμοσ, λέγεται γὰρ ἐπακτὸσ ὑπ’ ἐκείνου γενέσθαι Λακεδαιμονίοισ ἐρίσαντοσ μὴ ἐνδοῦναι. (Plutarch, Comparison of Pericles and Fabius Maximus, chapter 3 1:1)

    (플루타르코스, Comparison of Pericles and Fabius Maximus, chapter 3 1:1)

  • ᾗ πρῶτα μὲν λεὼσ οὐκ ἐπακτὸσ ἄλλοθεν, αὐτόχθονεσ δ’ ἔφυμεν· (Plutarch, De exilio, section 13 2:1)

    (플루타르코스, De exilio, section 13 2:1)

  • ᾗ πρῶτα μὲν λεὼσ οὐκ ἐπακτὸσ ἄλλοθεν, αὐτόχθονεσ δ’ ἔφυμεν· (Lycurgus, Speeches, 134:11)

    (리쿠르고스, 연설, 134:11)

  • τὸν οὔτε χειμέριοσ ὄμβροσ ἐπακτὸσ ἐλθών, ἐριβρόμου νεφέλασ στρατὸσ ἀμείλιχοσ, οὔτ’ ἄνεμοσ ἐσ μυχοὺσ ἁλὸσ ἄξοισι παμφόρῳ χεράδει τυπτόμενον. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 6 2:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 6 2:1)

유의어

  1. brought in

  2. brought upon oneself

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION