헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔμπορος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἔμπορος ἔμπορον

형태분석: ἐμπορ (어간) + ος (어미)

어원: e)n, po/ros, cf. pera/w

  1. one who goes on shipboard as a passenger
  2. any one on a journey, a traveller, wanderer
  3. a merchant, trader, a trafficker

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 έ̓μπορος

(이)가

έ̓μπορον

(것)가

속격 ἐμπόρου

(이)의

ἐμπόρου

(것)의

여격 ἐμπόρῳ

(이)에게

ἐμπόρῳ

(것)에게

대격 έ̓μπορον

(이)를

έ̓μπορον

(것)를

호격 έ̓μπορε

(이)야

έ̓μπορον

(것)야

쌍수주/대/호 ἐμπόρω

(이)들이

ἐμπόρω

(것)들이

속/여 ἐμπόροιν

(이)들의

ἐμπόροιν

(것)들의

복수주격 έ̓μποροι

(이)들이

έ̓μπορα

(것)들이

속격 ἐμπόρων

(이)들의

ἐμπόρων

(것)들의

여격 ἐμπόροις

(이)들에게

ἐμπόροις

(것)들에게

대격 ἐμπόρους

(이)들을

έ̓μπορα

(것)들을

호격 έ̓μποροι

(이)들아

έ̓μπορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετὰ γυναικὸσ περὶ τῆσ ἀντιζήλου αὐτῆσ καὶ μετὰ δειλοῦ περὶ πολέμου, μετὰ ἐμπόρου περὶ μεταβολίασ καὶ μετὰ ἀγοράζοντοσ περὶ πράσεωσ, μετὰ βασκάνου περὶ εὐχαριστίασ καὶ μετὰ ἀνελεήμονοσ περὶ χρηστοηθείασ, μετὰ ὀκνηροῦ περὶ παντὸσ ἔργου καὶ μετὰ μισθίου ἐφεστίου περὶ συντελείασ, οἰκέτῃ ἀργῷ περὶ πολλῆσ ἐργασίασ, μὴ ἔπεχε ἐπὶ τούτοισ περὶ πάσησ συμβουλίασ. (Septuagint, Liber Sirach 37:11)

    (70인역 성경, Liber Sirach 37:11)

  • ὁ γάρ τοι γενναιότατοσ οὗτοσ Διόνυσοσ ἡμιάνθρωποσ ὤν, οὐδὲ Ἕλλην μητρόθεν ἀλλὰ Συροφοίνικόσ τινοσ ἐμπόρου τοῦ Κάδμου θυγατριδοῦσ, ἐπείπερ ἠξιώθη τῆσ ἀθανασίασ, οἱο͂σ μὲν αὐτόσ ἐστιν οὐ λέγω, οὔτε τὴν μίτραν οὔτε τὴν μέθην οὔτε τὸ βάδισμα· (Lucian, Deorum concilium, (no name) 4:2)

    (루키아노스, Deorum concilium, (no name) 4:2)

  • ὡσ ἔγωγε καὶ διηγήσασθαι σοι βούλομαι Σιδωνίου τινὸσ ἐμπόρου ἐπίνοιαν δι’ ἀπιστίαν ἀτελῆ γενομένην καὶ τῷ ἀκούσαντι ἀνόνητον. (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 5:1)

    (루키아노스, Rhetorum praeceptor, (no name) 5:1)

  • παῖσ ὢν μετ’ ἀδελφῆσ εἰσ Ἀθήνασ ἐνθάδε ἀφικόμην ἀχθεὶσ ὑπό τινοσ ἐμπόρου, Σύροσ τὸ γένοσ ὤν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 72 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 72 2:2)

  • σιτία μὲν γὰρ καὶ ποτὰ πριάμενον παρὰ τοῦ καπήλου καὶ ἐμπόρου ἔξεστιν ἐν ἄλλοισ ἀγγείοισ ἀποφέρειν, καὶ πρὶν δέξασθαι αὐτὰ εἰσ τὸ σῶμα πιόντα ἢ φαγόντα, καταθέμενον οἴκαδε ἔξεστιν συμβουλεύσασθαι, παρακαλέσαντα τὸν ἐπαί̈οντα, ὅτι τε ἐδεστέον ἢ ποτέον καὶ ὅτι μή, καὶ ὁπόσον καὶ ὁπότε· (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 35:1)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 35:1)

유의어

  1. one who goes on shipboard as a passenger

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION