헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔμετος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἔμετος ἐμέτου

형태분석: ἐμετ (어간) + ος (어미)

어원: e)me/w

  1. 질병, 멀미, 병
  1. vomiting, sickness

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔμετος

질병이

ἐμέτω

질병들이

έ̓μετοι

질병들이

속격 ἐμέτου

질병의

ἐμέτοιν

질병들의

ἐμέτων

질병들의

여격 ἐμέτῳ

질병에게

ἐμέτοιν

질병들에게

ἐμέτοις

질병들에게

대격 έ̓μετον

질병을

ἐμέτω

질병들을

ἐμέτους

질병들을

호격 έ̓μετε

질병아

ἐμέτω

질병들아

έ̓μετοι

질병들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥσπερ κύων ὅταν ἐπέλθῃ ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ ἔμετον καὶ μισητὸσ γένηται, οὕτωσ ἄφρων τῇ ἑαυτοῦ κακίᾳ ἀναστρέψασ ἐπὶ τὴν ἑαυτοῦ ἁμαρτίαν. (Septuagint, Liber Proverbiorum 26:11)

    (70인역 성경, 잠언 26:11)

  • ἵνα γοῦν σοι τὴν ὀξυρεγμίαν τὴν ἐπὶ τούτοισ παρῶ καὶ τὸν ἐν τῇ νυκτὶ ἔμετον, ἑώθεν δεήσει περὶ τοῦ μισθοῦ συμβῆναι ὑμᾶσ, ὁπόσον τε καὶ ὁπότε τοῦ ἔτουσ χρὴ λαμβάνειν. (Lucian, De mercede, (no name) 19:2)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 19:2)

  • "ἀποπτύοντοσ δὲ τοῦ Διονυσίου πολλάκισ παρεῖχον τὰ πρόσωπα καταπτύεσθαι καὶ ἀπολείχοντεσ τὸν σίαλον, ἔτι δὲ τὸν ἔμετον αὐτοῦ μέλιτοσ ἔλεγον εἶναι γλυκύτερον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 55 3:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 55 3:5)

  • τοιοῦτοι δ’ ἦσαν οὓσ ἐποίουν γρίφουσ, οἱο͂ν ἀγροίκου τινὸσ ὑπερπλησθέντοσ καὶ κακῶσ ἔχοντοσ, ὡσ ἠρώτα αὐτὸν ὁ ἰατρὸσ μὴ εἰσ ἔμετον ἐδείπνησεν, ’ οὐκ ἔγωγε, ’ εἰπεῖν, ’ ἀλλ’ εἰσ τὴν κοιλίαν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 78 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 78 2:1)

  • καὶ ἡ κατὰ τὸν ἔμετον δὲ τῶν ἐμουμένων ἄχρι τοῦ στόματοσ φορὰ πάντωσ μέν που καὶ αὐτὴ τὰ μὲν ὑπὸ τῶν ἀναφερομένων διατεινόμενα μέρη τοῦ στομάχου διεστῶτα κέκτηται, τῶν πρόσω δ’ ὅ τι ἂν ἑκάστοτ’ ἐπιλαμβάνηται, τοῦτ’ ἀρχόμενον διαστέλλεται, τὸ δ’ ὄπισθεν καταλείπει δηλονότι συστελλόμενον, ὥσθ’ ὁμοίαν εἶναι πάντη τὴν διάθεσιν τοῦ στομάχου κατά γε τοῦτο τῇ τῶν καταπινόντων· (Galen, On the Natural Faculties., G, section 829)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 829)

유의어

  1. 질병

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION