헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐμαυτοῦ

대명사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐμαυτοῦ ἐμαυτῆς

형태분석: ἐμαυτ (어간) + ου (어미)

  1. (재귀대명사) 나의, 나 자신의
  1. of me, of myself

곡용 정보

남성 여성
단수 단수
주격
속격 ἐμαυτοῦ

나의 (이)의

ἐμαυτῆς

나의 (이)의

여격 ἐμαυτῷ

나의 (이)에게

ἐμαυτῇ

나의 (이)에게

대격 ἐμαυτόν

나의 (이)를

ἐμαυτῆν

나의 (이)를

호격

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οὐκ ἐμόλυνα τὸ ὄνομά μου οὐδὲ τὸ ὄνομα τοῦ πατρόσ μου ἐν τῇ γῇ τῆσ αἰχμαλωσίασ μου. μονογενήσ εἰμι τῷ πατρί μου, καὶ οὐχ ὑπάρχει αὐτῷ παιδίον, ὃ κληρονομήσει αὐτόν, οὐδὲ ἀδελφὸσ ἐγγὺσ οὐδὲ ὑπάρχων αὐτῷ υἱόσ, ἵνα συντηρήσω ἐμαυτὴν αὐτῷ γυναῖκα. ἤδη ἀπώλοντό μοι ἑπτά. ἵνα τί μοι ζῆν̣ καὶ εἰ μὴ δοκεῖ σοι ἀποκτεῖναί με, ἐπίταξον ἐπιβλέψαι ἐπ̓ ἐμὲ καὶ ἐλεῆσαί με καὶ μηκέτι ἀκοῦσαί με ὀνειδισμόν. (Septuagint, Liber Thobis 3:15)

    (70인역 성경, 토빗기 3:15)

  • καὶ μόνην ἐθαύμαζεν ‐ ἀπολιποῦσα τοὺσ ἄλλουσ ὁπόσοι ἐμνήστευόν με πλούσιοι καὶ καλοὶ καὶ λαμπροὶ τὰ προγονικά, τῷ ἀχαρίστῳ τούτῳ ἐμαυτὴν ἐνεγγύησα πένητι καὶ ἀφανεῖ καὶ νέῳ προῖκα οὐ μικρὰν ἐπενεγκαμένη πολλοὺσ καὶ θαυμασίουσ λόγουσ. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 27:3)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 27:3)

  • δύστην’, ἐμαυτὴν γὰρ λέγω λέγουσα σέ, Ἑκάβη, τί δράσω; (Euripides, Hecuba, episode, iambics11)

    (에우리피데스, Hecuba, episode, iambics11)

  • οὐ σέ, ἀλλ’ ἐμαυτὴν τοὐπὶ τῷδ’ ἐρήσομαι· (Euripides, The Trojan Women, episode 2:2)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode 2:2)

  • ἐγὼ δὲ καταπεπλασμένη ψιμυθίῳ ἕστηκα καὶ κροκωτὸν ἠμφιεσμένη ἀργόσ, μινυρομένη τι πρὸσ ἐμαυτὴν μέλοσ, ἀργόσ, μινυρομένη τι πρὸσ ἐμαυτὴν μέλοσ, παίζουσα. (Aristophanes, Ecclesiazusae, Lyric-Scene2)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Lyric-Scene2)

유의어

  1. 나의

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION