- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εἰκάς?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: eikas 고전 발음: [] 신약 발음: [이까]

기본형: εἰκάς εἰκάδος

형태분석: εἰκαδ (어간) + ς (어미)

어원: εἴκοσι

  1. 20일, 매달의 스무번째 날
  2. (복수로) 매달의 마지막 열 흘
  1. The twentieth day of the month
  2. (in the plural) The last ten days of the month

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εἰκάς

20일이

εἰκάδε

20일들이

εἰκάδες

20일들이

속격 εἰκάδος

20일의

εἰκάδοιν

20일들의

εἰκάδων

20일들의

여격 εἰκάδι

20일에게

εἰκάδοιν

20일들에게

εἰκάσι(ν)

20일들에게

대격 εἰκάδα

20일을

εἰκάδε

20일들을

εἰκάδας

20일들을

호격 εἰκά

20일아

εἰκάδε

20일들아

εἰκάδες

20일들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν τῷ ἑξακοσιοστῷ ἔτει ἐν τῇ ζωῇ τοῦ Νῶε, τοῦ δευτέρου μηνός, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός, τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἐρράγησαν πᾶσαι αἱ πηγαὶ τῆς ἀβύσσου, καὶ οἱ καταρράκται τοῦ οὐρανοῦ ἠνεῴχθησαν. (Septuagint, Liber Genesis 7:11)

    (70인역 성경, 창세기 7:11)

  • καὶ ἐκάθισεν ἡ κιβωτὸς ἐν μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός, ἐπὶ τὰ ὄρη τὰ Ἀραράτ. (Septuagint, Liber Genesis 8:4)

    (70인역 성경, 창세기 8:4)

  • ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ μηνὶ ἐξηράνθη ἡ γῆ, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός. (Septuagint, Liber Genesis 8:14)

    (70인역 성경, 창세기 8:14)

  • ἐναρχόμενοι τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου ἀφ᾿ ἑσπέρας ἔδεσθε ἄζυμα ἕως ἡμέρας μιᾶς καὶ εἰκάδος τοῦ μηνός, ἕως ἑσπέρας. (Septuagint, Liber Exodus 12:18)

    (70인역 성경, 탈출기 12:18)

  • Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐνιαυτῷ τῷ δευτέρῳ ἐν τῷ μηνὶ τῷ δευτέρῳ εἰκάδι τοῦ μηνὸς ἀνέβη ἡ νεφέλη ἀπὸ τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, (Septuagint, Liber Numeri 10:11)

    (70인역 성경, 민수기 10:11)

  • οὐκοῦν εἰκάς, ᾗ τίθεμεν πυθέσθαι τοὺς Φωκέας τὰ παρ ὑμῶν: (Demosthenes, Speeches 11-20, 78:3)

    (데모스테네스, Speeches 11-20, 78:3)

  • τῇ πέμπτῃ δ ὁ Ιὤσηπος, αὕτη δ ἦν Ἀρτεμισίου μηνὸς μία καὶ εἰκάς, φθάνει παρελθὼν εἰς τὴν Ιὠταπάταν ἐκ τῆς Τιβεριάδος καὶ πεπτωκότα τοῖς Ιοὐδαίοις ἐγείρει τὰ φρονήματα. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 177:2)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 177:2)

유의어

  1. 20일

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION