헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυσμένεια

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δυσμένεια

형태분석: δυσμενει (어간) + ᾱ (어미)

어원: from dusmenh/s

  1. 적의, 적개심, 증오
  1. ill-will, enmity

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δυσμένεια

적의가

δυσμενείᾱ

적의들이

δυσμένειαι

적의들이

속격 δυσμενείᾱς

적의의

δυσμενείαιν

적의들의

δυσμενειῶν

적의들의

여격 δυσμενείᾱͅ

적의에게

δυσμενείαιν

적의들에게

δυσμενείαις

적의들에게

대격 δυσμενείᾱν

적의를

δυσμενείᾱ

적의들을

δυσμενείᾱς

적의들을

호격 δυσμενείᾱ

적의야

δυσμενείᾱ

적의들아

δυσμένειαι

적의들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὗτοσ Ἀννίβαν τὸν Καρχηδόνιον, φθόνῳ καὶ ταῖσ πολιτικαῖσ δυσμενείαισ μηδενὸσ οἴκοθεν ἐπιρρέοντοσ, ὥσπερ χείμαρρον ἐξέχεε καὶ κατανήλωσε περὶ τὴν Ἰταλίαν. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 11 4:2)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 11 4:2)

  • οὕτωσ ἐοίκε πάντη χαλεπὸν εἶναι καὶ δυσθήρατον ἱστορίᾳ τἀληθέσ, ὅταν οἱ μὲν ὕστερον γεγονότεσ τὸν χρόνον ἔχωσιν ἐπιπροσθοῦντα τῇ γνώσει τῶν πραγμάτων, ἡ δὲ τῶν πράξεων καὶ τῶν βίων ἡλικιῶτισ ἱστορία τὰ μὲν φθόνοισ καὶ δυσμενείαισ, τὰ δὲ χαριζομένη καὶ κολακεύουσα λυμαίνηται καὶ διαστρέφῃ τὴν ἀλήθειαν. (Plutarch, , chapter 13 12:1)

    (플루타르코스, , chapter 13 12:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION