Ancient Greek-English Dictionary Language

δυσκρασία

First declension Noun; Feminine Transliteration:

Principal Part: δυσκρασία

Structure: δυσκρασι (Stem) + ᾱ (Ending)

Etym.: from du/skra_tos

Sense

  1. bad temperament

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • τίνεσ ἐνστάσεισ ἢ παρεμπτώσεισ ἢ δυσκρασία θερμῶν ἢ ὑπέρχυσισ ὑγρῶν; (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 3:3)
  • τίνεσ ἐνστάσεισ ἢ παρεμπτώσεισ ἢ δυσκρασία θερμῶν ἢ ὑπέρχυσισ ὑγρῶν; (Plutarch, Animine an corporis affectiones sint peiores, section 4 8:3)
  • εὐκρασία δ’ ἀέρων καὶ δυσκρασία κρίνεται παρὰ τὰ ψύχη καὶ τὰ θάλπη καὶ τὰ μεταξὺ τούτων, ὥστ’ ἐκ τούτων ἀνάγκη τὴν νῦν Ἰταλίαν ἐν μέσῳ τῶν ὑπερβολῶν ἀμφοτέρων κειμένην τοσαύτην τῷ μήκει πλεῖστον τῆσ εὐκράτου μετέχειν καὶ κατὰ πλείστασ ἰδέασ. (Strabo, Geography, Book 6, chapter 4 2:7)
  • καίτοι λόγοσ τίσ ἐστι τῶν ἀναιρούντων τὰ τοιαῦτα, μηδενὶ ἂν νοῦν ἔχοντι προσπεσεῖν φάντασμα δαίμονοσ μηδὲ εἴδωλον, Ἀλλὰ παιδάρια καὶ γύναια καὶ παραφόρουσ δι’ ἀσθένειαν ἀνθρώπουσ ἔν τινι πλάνῳ ψυχῆσ ἢ δυσκρασίᾳ σώματοσ γενομένουσ δόξασ ἐφέλκεσθαι κενὰσ καὶ ἀλλοκότουσ, δαίμονα πονηρὸν ἐν αὑτοῖσ τὴν δεισιδαιμονίαν ἔχοντασ. (Plutarch, Dion, chapter 2 2:1)
  • τούτου δ’ ὑπάρχοντοσ ἡμῖν οὐδὲν ἔτι χαλεπὸν ἐφ’ ἑκάστησ ἐνεργείασ τῇ μὲν εὐκρασία τὸ βέλτιον ἕπεσθαι λέγειν, τῇ δὲ δυσκρασίᾳ τὰ χείρω. (Galen, On the Natural Faculties., B, section 893)

Synonyms

  1. bad temperament

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION