헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δικανικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δικανικός δικανική δικανικόν

형태분석: δικανικ (어간) + ος (어미)

  1. 지루한, 싱거운, 장황한, 재판의, 법원의
  1. skilled in law, versed in pleading, lawyer-like
  2. belonging to trials, judicial, like a lawyer's speech, tedious

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 δικανικός

(이)가

δικανική

(이)가

δικανικόν

(것)가

속격 δικανικοῦ

(이)의

δικανικῆς

(이)의

δικανικοῦ

(것)의

여격 δικανικῷ

(이)에게

δικανικῇ

(이)에게

δικανικῷ

(것)에게

대격 δικανικόν

(이)를

δικανικήν

(이)를

δικανικόν

(것)를

호격 δικανικέ

(이)야

δικανική

(이)야

δικανικόν

(것)야

쌍수주/대/호 δικανικώ

(이)들이

δικανικᾱ́

(이)들이

δικανικώ

(것)들이

속/여 δικανικοῖν

(이)들의

δικανικαῖν

(이)들의

δικανικοῖν

(것)들의

복수주격 δικανικοί

(이)들이

δικανικαί

(이)들이

δικανικά

(것)들이

속격 δικανικῶν

(이)들의

δικανικῶν

(이)들의

δικανικῶν

(것)들의

여격 δικανικοῖς

(이)들에게

δικανικαῖς

(이)들에게

δικανικοῖς

(것)들에게

대격 δικανικούς

(이)들을

δικανικᾱ́ς

(이)들을

δικανικά

(것)들을

호격 δικανικοί

(이)들아

δικανικαί

(이)들아

δικανικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • γένουσ μὲν δὴ λόγων ἑνὸσ ἀσκητὴσ ἐγένετο τοῦ δικανικοῦ καὶ περὶ τοῦτο μάλιστα ἐσπούδασε. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 22)

    (디오니시오스, chapter 22)

  • πέρα τοῦ δικανικοῦ τρόπου καὶ ἡ σύνθεσισ ἔχει τι τοῦ ποιητικοῦ τό τε σχῆμα τῆσ λέξεωσ ἐκ τῶν ἐπιδεικτικῶν εἴληπται παρισώσεων καὶ παρομοιώσεων. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 2010)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 2010)

  • οἱ δὲ συμβουλευτικοὶ τοῦ δικανικοῦ τῇ μὲν φύσει βραχύτεροί εἰσι, καίτοι εἰσὶ μὲν καὶ οἱ συμβουλευτικοὶ ὡσπερεὶ μακρότεροι τῶν δικανικῶν, οἱ δὲ δικανικοὶ τῶν ὁμοειδῶν, οἱ δ’ ἐγγὺσ πλήθει· (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 8:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 8:3)

  • δέχεται δ’ ὁ πολιτικὸσ λόγοσ δικανικοῦ μᾶλλον καὶ γνωμολογίασ καὶ ἱστορίασ καὶ μύθουσ καὶ μεταφοράσ, αἷσ μάλιστα κινοῦσιν οἱ χρώμενοι μετρίωσ καὶ κατὰ καιρόν· (Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 6 5:2)

    (플루타르코스, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 6 5:2)

  • διήγησισ γάρ που τοῦ δικανικοῦ μόνου λόγου ἐστίν, ἐπιδεικτικοῦ δὲ καὶ δημηγορικοῦ πῶσ ἐνδέχεται εἶναι διήγησιν οἱάν λέγουσιν, ἢ τὰ πρὸσ τὸν ἀντίδικον, ἢ ἐπίλογον τῶν ἀποδεικτικῶν; (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 13 3:2)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 13 3:2)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION