- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δημαγωγός?

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: dēmagōgos 고전 발음: [데:마고:고] 신약 발음: [데마고고]

기본형: δημαγωγός δημαγωγοῦ

형태분석: δημαγωγ (어간) + ος (어미)

  1. 대중적인 지도자
  2. 선동가, 폭도들의 지도자
  1. a popular leader
  2. (in a bad sense) a leader of the mob, an unprincipled, factious orator, demagogue

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δημαγωγός

대중적인 지도자가

δημαγωγώ

대중적인 지도자들이

δημαγωγοί

대중적인 지도자들이

속격 δημαγωγοῦ

대중적인 지도자의

δημαγωγοῖν

대중적인 지도자들의

δημαγωγῶν

대중적인 지도자들의

여격 δημαγωγῷ

대중적인 지도자에게

δημαγωγοῖν

대중적인 지도자들에게

δημαγωγοῖς

대중적인 지도자들에게

대격 δημαγωγόν

대중적인 지도자를

δημαγωγώ

대중적인 지도자들을

δημαγωγούς

대중적인 지도자들을

호격 δημαγωγέ

대중적인 지도자야

δημαγωγώ

대중적인 지도자들아

δημαγωγοί

대중적인 지도자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὃς ἐτόλμησε διαλεχθῆναι περὶ πολιτείας Ἀθηναίοις ἀξιῶν μεταθέσθαι μὲν τὴν τότε καθεστῶσαν δημοκρατίαν ὡς μεγάλα βλάπτουσαν τὴν πόλιν, ὑπὲρ ἧς τῶν δημαγωγῶν οὐθεὶς ἐπεχείρει λέγειν, θεωρῶν εἰς τοσαύτην αὐτὴν προεληλυθυῖαν ἀκοσμίαν, ὥστε μηδὲ τοὺς ἄρχοντας ἔτι τῶν ἰδιωτῶν κρατεῖν, ἀλλ ἕκαστον, ὅ τι καθ ἡδονὴν αὐτῷ γίνοιτο, καὶ ποιοῦντα καὶ λέγοντα, καὶ τὴν ἄκαιρον παρρησίαν δημοτικὴν ἐξουσίαν ὑπὸ πάντων νομιζομένην, ἀνασώσασθαι δὲ τὴν ὑπὸ Σόλωνός τε καὶ Κλεισθένους κατασταθεῖσαν πολιτείαν. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 82)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 82)

  • διῳκήθη μὲν οὖν καὶ ἄλλα, τελευταῖον δὲ τὸ περὶ τῶν πλουσίων ἐπεὶ γὰρ αὐτῶν κατηγόρητο πολλὰ καὶ δεινά, βία καὶ ἀλαζονεία καὶ ὑπεροψία καὶ ἀδικία, τέλος ἀναστάς τις τῶν δημαγωγῶν ἀνέγνω ψήφισμα τοιοῦτον. (Lucian, Necyomantia, (no name) 19:5)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 19:5)

  • οὐδετέραν μὲν οὖν ἐπαινετέον ὁ δὲ δημαγωγῶν καὶ χαριζόμενος τῶν ὅπως οὐ δόξουσι δημαγωγεῖν προπηλακιζόντων τοὺς πολλοὺς ἀμεμπτότερος: (Plutarch, Comparison of Alcibiades and Coriolanus, chapter 1 4:1)

    (플루타르코스, Comparison of Alcibiades and Coriolanus, chapter 1 4:1)

  • ταῦτα μὲν οὖν ἐπικρινεῖς αὐτὸς ἐκ τῆς διηγήσεως παραβάλωμεν δὲ αὐτοῖς Λακωνικὸν ζεῦγος δημαγωγῶν, Ἆγιν καὶ Κλεομένην τοὺς βασιλεῖς, καὶ γὰρ οὗτοι τὸν δῆμον αὔξοντες, ὥσπερ ἐκεῖνοι, καὶ πολιτείαν καλὴν καὶ δικαίαν ἐκλελοιπυῖαν πολὺν χρόνον ἀναλαμβάνοντες, ὁμοίως ἀπηχθάνοντο τοῖς δυνατοῖς μὴ βουλομένοις ἀφεῖναι τὴν συνήθη πλεονεξίαν. (Plutarch, Agis, chapter 2 6:1)

    (플루타르코스, Agis, chapter 2 6:1)

  • ἔστι δὲ μέγα καὶ τὸ τῶν ἀντιστρατήγων, τρυφὴν γὰρ οἶμαι καὶ παιδιὰν πρὸς Ἀντίοχον διαναυμαχεῖν τὸν Ἀλκιβιάδου κυβερνήτην, καὶ Φιλοκλέα τὸν Ἀθηναίων ἐξαπατᾶν δημαγωγόν, ἄδοξον, ἄκραν γλῶσσαν ἠκονημένον οὓς οὐκ ἂν ἱπποκόμῳ Μιθριδάτης οὐδὲ ῥαβδούχῳ Μάριος ἠξίωσε παραβαλεῖν τῶν ἑαυτοῦ, τῶν δὲ πρὸς Σύλλαν ἀνταραμένων δυναστῶν, ὑπάτων, στρατηγῶν, δημαγωγῶν, ἵνα τοὺς ἄλλους ἐάσω, τίς ἦν Ῥωμαίων Μαρίου φοβερώτερος ἢ Μιθριδάτου βασιλέων δυνατώτερος ἢ Λαμπωνίου καὶ Τελεσίνου τῶν Ἰταλικῶν μαχιμώτερος· (Plutarch, Comparison of Lysander and Sulla, chapter 4 4:2)

    (플루타르코스, Comparison of Lysander and Sulla, chapter 4 4:2)

유의어

  1. 대중적인 지도자

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION