- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ξηρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: xēros 고전 발음: [세:로] 신약 발음: [세로]

기본형: ξηρός ξηρά ξηρόν

형태분석: ξηρ (어간) + ος (어미)

  1. 마른, 건조한
  2. 시든, 마른, 건조한, 말라빠진
  3. 빼빼한, 마비된, 마비성의, 빈약한, 말라빠진
  4. 거친, 거센, 딱딱한
  1. dry
  2. The effects of being without water: parched, withered
  3. By extension: shrunken, paralyzed, lean
  4. (voice) rough, hoarse
  5. fasting

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ξηρός

마른 (이)가

ξηρά

마른 (이)가

ξηρόν

마른 (것)가

속격 ξηροῦ

마른 (이)의

ξηρᾶς

마른 (이)의

ξηροῦ

마른 (것)의

여격 ξηρῷ

마른 (이)에게

ξηρᾷ

마른 (이)에게

ξηρῷ

마른 (것)에게

대격 ξηρόν

마른 (이)를

ξηράν

마른 (이)를

ξηρόν

마른 (것)를

호격 ξηρέ

마른 (이)야

ξηρά

마른 (이)야

ξηρόν

마른 (것)야

쌍수주/대/호 ξηρώ

마른 (이)들이

ξηρά

마른 (이)들이

ξηρώ

마른 (것)들이

속/여 ξηροῖν

마른 (이)들의

ξηραῖν

마른 (이)들의

ξηροῖν

마른 (것)들의

복수주격 ξηροί

마른 (이)들이

ξηραί

마른 (이)들이

ξηρά

마른 (것)들이

속격 ξηρῶν

마른 (이)들의

ξηρῶν

마른 (이)들의

ξηρῶν

마른 (것)들의

여격 ξηροῖς

마른 (이)들에게

ξηραῖς

마른 (이)들에게

ξηροῖς

마른 (것)들에게

대격 ξηρούς

마른 (이)들을

ξηράς

마른 (이)들을

ξηρά

마른 (것)들을

호격 ξηροί

마른 (이)들아

ξηραί

마른 (이)들아

ξηρά

마른 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ξηρός

ξηροῦ

마른 (이)의

ξηρότερος

ξηροτεροῦ

더 마른 (이)의

ξηρότατος

ξηροτατοῦ

가장 마른 (이)의

부사 ξηρώς

ξηρότερον

ξηρότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • λέγω δὲ κτήματα μέν, οἱο῀ν καρποῖς καὶ ἐσθῆτι ποία συμφέρει, καὶ τῶν καρπῶν ποία ξηροῖς καὶ ποία ὑγροῖς, καὶ τῶν ἄλλων κτημάτων ποία ἐμψύχοις καὶ ποία ἀψύχοις, καὶ δούλοις καὶ ἐλευθέροις, καὶ γυναιξὶ καὶ ἀνδράσι, καὶ ξένοις καὶ ἀστοῖς. (Aristotle, Economics, Book 1 42:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 42:2)

  • ἀλλ ἐκείνοις μὲν εὐθύς τε συνίασιν αἱ ἀρχαὶ πρὸς τὴν ἑκάστου γένεσιν, ὥσπερ συμβολὰς μεγάλας φέρουσαι τὰς ἐν αὑταῖς ποιότητας, καὶ ὅταν συνέλθωσιν εἰς ταὐτὸ καὶ συμπέσωσι ξηροῖς ὑγρὰ καὶ ψυχρὰ θερμοῖς καὶ στερεὰ μαλθακοῖς, σώματα κινούμενα παθητικῶς ὑπ ἀλλήλων καὶ μεταβάλλοντα δι ὅλων, ἑτέραν ἀφ ἑτέρας κράσεως συναποτίκτει γένεσιν. (Plutarch, Adversus Colotem, section 9 1:4)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 9 1:4)

  • Δύναμις τροφῆς κρέσσων ἢ ὄγκος, ὄγκος τροφῆς κρέσσων ἢ δύναμις, καὶ ἐν ὑγροῖς καὶ ἐν ξηροῖς. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, , xlvi.1)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, , xlvi.1)

  • δεύτερον δὲ Σόλων τὰς μὲν ἀρχὰς ἁπάσας, ὥσπερ ἦσαν, τοῖς εὐπόροις ἀπολιπεῖν βουλόμενος, τὴν δ ἄλλην μῖξαι πολιτείαν, ἧς ὁ δῆμος οὐ μετεῖχεν, ἔλαβε τὰ τιμήματα τῶν πολιτῶν, καὶ τοὺς μὲν ἐν ξηροῖς ὁμοῦ καὶ ὑγροῖς μέτρα πεντακόσια ποιοῦντας πρώτους ἔταξε καὶ πεντακοσιομεδίμνους προσηγόρευσε: (Plutarch, , chapter 18 1:1)

    (플루타르코스, , chapter 18 1:1)

  • τὰ σώματα σβεννυμένου τοῦ αἵματος ἐξ οὗ τρέφονται, τοὺς δὲ κόλακας οὐδ ὅλως ἰδεῖν ἔστι πράγμασι ξηροῖς καὶ κατεψυγμένοις προσιόντας, ἀλλὰ ταῖς δόξαις καὶ ταῖς δυνάμεσιν ἐπιτίθενται καὶ αὔξονται, ταχὺ δ ἐν ταῖς μεταβολαῖς ὑπορρέουσιν, ἀλλὰ τὴν τότε πεῖραν οὐ δεῖ περιμένειν ἀνωφελῆ, μᾶλλον δὲ βλαβερὰν καὶ οὐκ ἀκίνδυνον οὖσαν. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 2 6:1)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 2 6:1)

유의어

  1. 마른

  2. fasting

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION