헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βίαιος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βίαιος βίαιη βίαιον

형태분석: βιαι (어간) + ος (어미)

어원: bi/a

  1. 거센, 맹렬한, 격렬한, 폭력적인, 강행의, 고집센, 고집스러운
  1. forcible, violent, violent, of violence, by force, perforce
  2. constrained, compulsory

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βίαιος

거센 (이)가

βίαίᾱ

거센 (이)가

βίαιον

거센 (것)가

속격 βιαίου

거센 (이)의

βίαίᾱς

거센 (이)의

βιαίου

거센 (것)의

여격 βιαίῳ

거센 (이)에게

βίαίᾱͅ

거센 (이)에게

βιαίῳ

거센 (것)에게

대격 βίαιον

거센 (이)를

βίαίᾱν

거센 (이)를

βίαιον

거센 (것)를

호격 βίαιε

거센 (이)야

βίαίᾱ

거센 (이)야

βίαιον

거센 (것)야

쌍수주/대/호 βιαίω

거센 (이)들이

βίαίᾱ

거센 (이)들이

βιαίω

거센 (것)들이

속/여 βιαίοιν

거센 (이)들의

βίαίαιν

거센 (이)들의

βιαίοιν

거센 (것)들의

복수주격 βίαιοι

거센 (이)들이

βί́αιαι

거센 (이)들이

βίαια

거센 (것)들이

속격 βιαίων

거센 (이)들의

βίαιῶν

거센 (이)들의

βιαίων

거센 (것)들의

여격 βιαίοις

거센 (이)들에게

βίαίαις

거센 (이)들에게

βιαίοις

거센 (것)들에게

대격 βιαίους

거센 (이)들을

βίαίᾱς

거센 (이)들을

βίαια

거센 (것)들을

호격 βίαιοι

거센 (이)들아

βί́αιαι

거센 (이)들아

βίαια

거센 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐξέτεινε δὲ Μωυσῆσ τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ὑπήγαγε Κύριοσ τὴν θάλασσαν ἐν ἀνέμῳ νότῳ βιαίῳ ὅλην τὴν νύκτα καὶ ἐποίησε τὴν θάλασσαν ξηράν, καὶ ἐσχίσθη τὸ ὕδωρ. (Septuagint, Liber Exodus 14:21)

    (70인역 성경, 탈출기 14:21)

  • ἐν πνεύματι βιαίῳ συντρίψεισ πλοῖα Θαρσίσ. (Septuagint, Liber Psalmorum 47:8)

    (70인역 성경, 시편 47:8)

  • καὶ ἐρημώσει Κύριοσ τὴν θάλασσαν Αἰγύπτου καὶ ἐπιβαλεῖ τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ τὸν ποταμὸν πνεύματι βιαίῳ καὶ πατάξει ἑπτὰ φάραγγασ, ὥστε διαπορεύεσθαι αὐτὸν ἐν ὑποδήμασι. (Septuagint, Liber Isaiae 11:15)

    (70인역 성경, 이사야서 11:15)

  • εἰ γὰρ τεθνῶσιν ἀμπλακημάτων τίσισ βροτοῖσ ὀπηδεῖ τῶν ἔδρασαν ἐν φάει, οὐ Τάνταλον ποτοῖσιν, οὐδ̓ Ἰξίονα τροχῷ στροβητόν, οὐδὲ Σίσυφον πέτρῳ ἔδει κολάζειν ἐν δόμοισι Πλουτέωσ, ἁπλῶσ δὲ πάντασ τοὺσ κακῶσ δεδρακότασ τοῖσ σοῖσ προσάπτειν ἀρθροκηδέσιν πόνοισ, ὥσ μου τὸ λυπρὸν καὶ ταλαίπωρον δέμασ χειρῶν ἀπ̓ ἄκρων εἰσ ἄκρασ ποδῶν βάσεισ ἰχῶρι φαύλῳ καὶ πικρῷ χυμῷ χολῆσ πνεύματι βιαίῳ τόδε διασφίγγον πόρουσ ἕστηκε καὶ μεμυκὸσ ἐπιτείνει πόνουσ. (Lucian, 3)

    (루키아노스, 3)

  • εἰ δέ τισ καὶ δοκεῖ βιαίῳ τετελευτηκέναι θανάτῳ, ἀπεπτήσασ ἀπέθανεν. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 57:5)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 57:5)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION