헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βαρεῖα

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βαρεῖα βαρείᾱς

형태분석: βαρει (어간) + α (어미)

  1. 바리아 (저 악센트)
  1. baria (the grave accent, indicating low or normal pitch)

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βαρεῖα

바리아가

βαρείᾱ

바리아들이

βαρεῖαι

바리아들이

속격 βαρείᾱς

바리아의

βαρείαιν

바리아들의

βαρειῶν

바리아들의

여격 βαρείᾱͅ

바리아에게

βαρείαιν

바리아들에게

βαρείαις

바리아들에게

대격 βαρεῖαν

바리아를

βαρείᾱ

바리아들을

βαρείᾱς

바리아들을

호격 βαρεῖα

바리아야

βαρείᾱ

바리아들아

βαρεῖαι

바리아들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ταῖσ δὲ πολυσυλλάβοισ, ἡλίκαι ποτ’ ἂν ὦσιν, ἡ τὸν ὀξὺν τόνον ἔχουσα μία ἐν πολλαῖσ ταῖσ ἄλλαισ βαρείαισ ἔνεστιν. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1129)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1129)

  • συμπεσόντεσ δὲ μεγάλαισ ἐχρῶντο καὶ βαρείαισ μαχαίραισ. (Plutarch, Caius Marius, chapter 25 7:3)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 25 7:3)

  • ἀθρόαισ γὰρ ἐμάχοντο ταῖσ ναυσὶ καὶ βαρείαισ πρὸσ κούφασ ἀλλαχόθεν ἄλλασ ἐπιφερομένασ, καὶ βαλλόμενοι λίθοισ ὁμοίαν ἔχουσι τὴν πληγὴν πανταχόθεν ἀντέβαλλον ἀκοντίοισ καὶ τοξεύμασιν, ὧν ὁ σάλοσ τὴν εὐθυβολίαν διέστρεφεν, ὥστε μὴ πάντα κατ’ αἰχμὴν προσφέρεσθαι. (Plutarch, , chapter 25 2:1)

    (플루타르코스, , chapter 25 2:1)

  • τὰ γὰρ περισσὰ κἀνόνητα σώματα πίπτειν βαρείαισ πρὸσ θεῶν δυσπραξίαισ ἔφασχ’ ὁ μάντισ, ὅστισ ἀνθρώπου φύσιν βλαστὼν ἔπειτα μὴ κατ’ ἄνθρωπον φρονῇ. (Sophocles, Ajax, episode 1:4)

    (소포클레스, Ajax, episode 1:4)

  • τὸν δὲ μὴ πειθάνορα ζεύξω βαρείαισ οὔτι μοι σειραφόρον κριθῶντα πῶλον· (Aeschylus, Agamemnon, episode 2:15)

    (아이스킬로스, 아가멤논, episode 2:15)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION