ἀποσημαίνω?
비축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사: aposēmainō
고전 발음: [아뽀세:마이노:]
신약 발음: [아뽀세매노]
기본형:
ἀποσημαίνω
형태분석:
ἀπο
(접두사)
+
σημαίν
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 빼앗다, 훔치다, 약탈하다, 강탈하다
- to give notice by signs, give notice, to give a sign
- to indicate by signs, betoken, to show by signs or proofs
- to allude to
- to seal up as confiscated, to confiscate, to proscribe
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- "καὶ γὰρ οἱ μάντεις τῇ Δήμητρι τὸν βοῦν θύοντες πολὺν θόρυβον καὶ κίνδυνον λέγουσι δημόσιον ἀποσημαίνειν τὰ ἔμπυρα. (Plutarch, De genio Socratis, section 17 7:11)
(플루타르코스, De genio Socratis, section 17 7:11)
- "τῶν γὰρ μάντεων οἰωνοπόλους τινὰς καλεῖ καὶ ἱερεῖς, ἑτέρους δὲ τῶν θεῶν αὐτῶν διαλεγομένων συνιέντας καὶ συμφρονοῦντας ἀποσημαίνειν οἰέται τὸ μέλλον, ἐν οἷς λέγει τῶν δ Ἕλενος, Πριάμοιο φίλος παῖς, ξύνθετο θυμῷ βουλήν, ἥ ῥα θεοῖσιν ἐφήνδανε μητιόωσι καί ὣς γὰρ ἐγὼν ὄπ ἄκουσα θεῶν αἰειγενετάων. (Plutarch, De genio Socratis, section 247)
(플루타르코스, De genio Socratis, section 247)
- καὶ γὰρ εἰκὸς ἀνθρώπους ἐν χρείᾳ λόγου τὸ πρῶτον καὶ φωνῆς ἐνάρθρου γενέσθαι, τάς τε πράξεις καὶ τοὺς πράττοντας αὐτὰς καὶ τὰ πάθη καὶ τοὺς πάσχοντας ἀλλήλοις διασαφεῖν καὶ ἀποσημαίνειν βουλομένους. (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 10, section 1 6:2)
(플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 10, section 1 6:2)
- τότε δὲ τοῦ Θησέως τὸν πατέρα θαρρύνοντος καὶ μεγαληγοροῦντος ὡς χειρώσεται τὸν Μινώταυρον, ἔδωκεν ἕτερον ἱστίον λευκὸν τῷ κυβερνήτῃ, κελεύσας ὑποστρέφοντα σωζομένου τοῦ Θησέως ἐπάρασθαι τὸ λευκόν, εἰ δὲ μή, τῷ μέλανι πλεῖν καὶ ἀποσημαίνειν τὸ πάθος. (Plutarch, chapter 17 4:3)
(플루타르코스, chapter 17 4:3)
- τὸ μὲν οὖν βούλιμον λιμὸν ἐδόκει μέγαν ἢ δημόσιον ἀποσημαίνειν, καὶ μάλιστα παρ ἡμῖν τοῖς Αἰολεῦσιν ἀντὶ τοῦ β τῷ π χρωμένοις: (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 6, 3:2)
(플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 6, 3:2)
유의어
-
to give notice by signs
파생어
- διασημαίνω (표시하다, 운명짓다)
- ἐκσημαίνω (가리키다, 밝히다, 제시하다)
- ἐναποσημαίνω (to indicate or point out in)
- ἐπισημαίνω (가리키다, 제시하다, 가리키다)
- κατασημαίνω (가지다, 먹다, 소유하다)
- προσημαίνω (알리다, 예측하다, 예언하다)
- προσσημαίνω (to connote)
- σημαίνω (보여주다, 가리키다, 전시하다)
- συσσημαίνομαι (to join in singing)
- ὑποσημαίνω (to give secret signs of, to indicate or intimate, to make signal)