- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπαιδευσία?

1군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: apaideusia 고전 발음: [아빠시아] 신약 발음: [아빼데시아]

기본형: ἀπαιδευσία

어원: from ἀπαίδευτος

  1. 무지, 미숙련, 무식, 무분별
  1. want of education
  2. ignorance, boorishness, coarseness
  3. from want of control over

예문

  • ἀπαιδευσία ἀνθρώπου ἀκροᾶσθαι παρὰ θύραν, ὁ δὲ φρόνιμος βαρυνθήσεται ἀτιμίᾳ. (Septuagint, Liber Sirach 21:24)

    (70인역 성경, Liber Sirach 21:24)

  • αὐτὸς δὲ ὁ τοῦ θαυμαστοῦ κτήματος δεσπότης καὶ αὐτὸν σὲ τῇ ἀπαιδευσίᾳ καὶ βδελυρίᾳ ὑπερηκόντισεν. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 14:2)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 14:2)

  • ἐὰν ταῦτα ποιῇς, πρὸς ὀλίγον τὸν ἐπὶ τῇ ἀπαιδευσίᾳ ἔλεγχον ὑπομείνας καὶ μὴ αἰδεσθεὶς μεταμανθάνων, θαρρῶν ὁμιλήσεις τοῖς πλήθεσι καὶ οὐ καταγελασθήσῃ ὥσπερ νῦν οὐδὲ διὰ στόματος ἐπὶ τῷ χείρονι τοῖς ἀρίστοις ἔσῃ, Ἕλληνα καὶ Ἀττικὸν ἀποκαλούντων σε τὸν μηδὲ βαρβάρων ἐν τοῖς σαφεστάτοις ἀριθμεῖσθαι ἄξιον. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 23:1)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 23:1)

  • - ἐκτετήκασι τῷ πόθῳ τῆς Ὁμήρου σοφίας ἢ τῆς Δημοσθένους δεινότητος ἢ τῆς Πλάτωνος μεγαλοφροσύνης, ὧν ἤν τις ἐκ τῆς ψυχῆς ἀφέλῃ τὸ χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον καὶ τὰς περὶ τούτων φροντίδας, τὸ καταλειπόμενόν ἐστι τῦφος καὶ μαλακία καὶ ἡδυπάθεια καὶ ἀσέλγεια, καὶ ὕβρις καὶ ἀπαιδευσία. (Lucian, De mercede, (no name) 25:6)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 25:6)

  • ἀναρχία μὲν γάρ, ἣν ἔνιοι τῶν νέων ἐλευθερίαν ἀπαιδευσίᾳ νομίζουσι, χαλεπωτέρους ἐκείνων τῶν ἐν παισὶ διδασκάλων καὶ παιδαγωγῶν δεσπότας ἐφίστησι τὰς ἐπιθυμίας ὥσπερ ἐκ δεσμῶν λυθείσας: (Plutarch, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 1 2:1)

    (플루타르코스, De Recta Ratione Audiendi, chapter, section 1 2:1)

유의어

  1. want of education

  2. 무지

  3. from want of control over

관련어

명사

형용사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION