헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄοκνος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄοκνος ἄοκνον

형태분석: ἀ (접두사) + οκν (어간) + ος (어미)

  1. 부지런한, 근면한, 의지가 굳은
  1. resolute, without hesitation, industrious

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ά̓οκνος

부지런한 (이)가

ά̓οκνον

부지런한 (것)가

속격 ἀόκνου

부지런한 (이)의

ἀόκνου

부지런한 (것)의

여격 ἀόκνῳ

부지런한 (이)에게

ἀόκνῳ

부지런한 (것)에게

대격 ά̓οκνον

부지런한 (이)를

ά̓οκνον

부지런한 (것)를

호격 ά̓οκνε

부지런한 (이)야

ά̓οκνον

부지런한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀόκνω

부지런한 (이)들이

ἀόκνω

부지런한 (것)들이

속/여 ἀόκνοιν

부지런한 (이)들의

ἀόκνοιν

부지런한 (것)들의

복수주격 ά̓οκνοι

부지런한 (이)들이

ά̓οκνα

부지런한 (것)들이

속격 ἀόκνων

부지런한 (이)들의

ἀόκνων

부지런한 (것)들의

여격 ἀόκνοις

부지런한 (이)들에게

ἀόκνοις

부지런한 (것)들에게

대격 ἀόκνους

부지런한 (이)들을

ά̓οκνα

부지런한 (것)들을

호격 ά̓οκνοι

부지런한 (이)들아

ά̓οκνα

부지런한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ά̓οκνος

ἀόκνου

부지런한 (이)의

ἀοκνότερος

ἀοκνοτέρου

더 부지런한 (이)의

ἀοκνότατος

ἀοκνοτάτου

가장 부지런한 (이)의

부사 ἀόκνως

ἀοκνότερον

ἀοκνότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν δὴ τοιαύτασ καρτερίασ ἀόκνωσ ὑπομεῖναι τοὺ<σ> πολίτασ προτρεψάμενον Λεωσθένη, καὶ τοὺσ τῷ τοιούτῳ στρατηγῷ προθύμωσ συναγωνιστὰσ σφᾶσ αὐτοὺσ παρασχόντασ, ἆρ’ οὐ διὰ τὴν τῆσ ἀρετῆσ ἀπόδειξιν εὐτυχεῖσ μᾶλλον ἢ διὰ τὴν τοῦ ζῆν ἀπόλειψιν ἀτυχεῖσ νομιστέον; (Hyperides, Speeches, <[E)pita/fios]> 24:1)

    (히페레이데스, Speeches, <[E)pita/fios]> 24:1)

  • Ὁκόσοισι δὲ τὸ ὀστέον ἐσ τὸ πλάγιον κατάγνυται, ἡ μὲν ἰήσισ ἡ αὐτή‧ τὴν δὲ διόρθωσιν δηλονότι χρὴ ποιέεσθαι, οὐκ ἰσόῤῬοπον ἀμφοτέρωθεν, ἀλλὰ τό τε ἐκκεκλιμένον ὠθέειν ἐσ τὴν φύσιν, ἔκτοσθεν ἀναγκάζοντα, καὶ ἐσματτευόμενον ἐσ τοὺσ μυκτῆρασ, καὶ τὰ εἴσω Ῥέψαντα διορθοῦν ἀόκνωσ, ἔστ’ ἂν κατορθώσῃσ, εὖ εἰδότα, ὅτι, ἢν μὴ αὐτίκα κατορθώσῃσ, οὐχ οἱο͂́ν τε μὴ οὐχὶ διεστράφθαι τὴν Ῥῖνα. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 38.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 38.1)

  • Τὴν δὲ διόρθωσιν τὴν πρώτην ἀόκνωσ χρὴ ποιέεσθαι, μηδὲν ἐπιλείποντα, καὶ τὰσ διορθώσιασ τοῖσι δακτύλοισιν ἐν τῷ ἔπειτα χρόνῳ, χαλαρωτέροισι μὲν χρεόμενον, χρεόμενον δέ‧ εὐπλαστότατον γάρ τι παντὸσ τοῦ σώματοσ ἡ Ῥίσ ἐστιν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 39.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 39.2)

  • ἀλλ’ ὁ μὲν Ἡρακλῆσ ὑπὸ Εὐρυσθέωσ γυμναζόμενοσ οὐκ ἐνόμιζεν ἄθλιοσ εἶναι, ἀλλ’ ἀόκνωσ ἐπετέλει πάντα τὰ προσταττόμενα· (Epictetus, Works, book 3, 57:1)

    (에픽테토스, Works, book 3, 57:1)

  • καὶ τελευτῶν δὴ πάσησ ὁ τοιοῦτοσ παρρησίασ ὡσ σοφὸσ ὢν μεστοῦται καὶ ἐλευθερίασ, πάσησ δὲ ἀφοβίασ, ὥστε εἰπεῖν τε ἀόκνωσ ὁτιοῦν, ὡσαύτωσ δὲ καὶ πρᾶξαι; (Plato, Laws, book 1 150:1)

    (플라톤, Laws, book 1 150:1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION