헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Λυκάων

3군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Λυκάων Λυκάονος

형태분석: Λυκαων (어간)

  1. an inhabitant of Lycaonia; a Lycaonian

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπὶ μὲν γὰρ Αἰζειοῦ βασιλεύοντοσ Αἰζειοὶ ἐλέγοντο, Λυκάονοσ δὲ παραλαβόντοσ τὴν ἀρχὴν ἀπ’ ἐκείνου αὖθισ Λυκάονεσ ὠνομάσθησαν, Οἰνώτρου δὲ κομίσαντοσ αὐτοὺσ εἰσ Ἰταλίαν Οἴνωτροι χρόνον τινὰ ἐκλήθησαν. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 12 2:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 12 2:1)

  • περιέχεται δ’ ἐν αὐτῇ πρῶτα μὲν ἔθνη τὰ ἀπὸ τῆσ ἀνατολῆσ Παφλαγόνεσ τε καὶ Φρύγεσ καὶ Λυκάονεσ, ἔπειτα Βιθυνοὶ καὶ Μυσοὶ καὶ ἡ Ἐπίκτητοσ, ἔτι δὲ Τρῳὰσ καὶ Ἑλλησποντία, μετὰ δὲ τούτουσ ἐπὶ θαλάττῃ μὲν Ἑλλήνων οἵ τε Αἰολεῖσ καὶ Ιὤνεσ τῶν δ’ ἄλλων Κᾶρέσ τε καὶ Λύκιοι, ἐν δὲ τῇ μεσογαίᾳ Λυδοί. (Strabo, Geography, Book 12, chapter 1 5:6)

    (스트라본, 지리학, Book 12, chapter 1 5:6)

유의어

  1. an inhabitant of Lycaonia

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION