- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ταμιεία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: tamieia 고전 발음: [따미에] 신약 발음: [따미이아]

기본형: ταμιεία

형태분석: ταμιει (어간) + α (어미)

어원: ταμιεύω

  1. 경제, 관리, 경영, 검소
  2. 검찰관직, 재무관직
  1. stewardship, management, economy
  2. the office of paymaster
  3. the quaestorship

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ταμιεία

경제가

ταμιεία

경제들이

ταμιεῖαι

경제들이

속격 ταμιείας

경제의

ταμιείαιν

경제들의

ταμιειῶν

경제들의

여격 ταμιείᾳ

경제에게

ταμιείαιν

경제들에게

ταμιείαις

경제들에게

대격 ταμιείαν

경제를

ταμιεία

경제들을

ταμιείας

경제들을

호격 ταμιεία

경제야

ταμιεία

경제들아

ταμιεῖαι

경제들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐξερεύξεται ὁ ποταμὸς βατράχους, καὶ ἀναβάντες εἰσελεύσονται εἰς τοὺς οἴκους σου καὶ εἰς τὰ ταμιεῖα τῶν κοιτώνων σου καὶ ἐπὶ τῶν κλινῶν σου καὶ ἐπὶ τοὺς οἴκους τῶν θεραπόντων σου καὶ τοῦ λαοῦ σου καὶ ἐν τοῖς φυράμασί σου καὶ ἐν τοῖς κλιβάνοις σου. (Septuagint, Liber Exodus 7:28)

    (70인역 성경, 탈출기 7:28)

  • τὰ ταμιεῖα αὐτῶν πλήρη, ἐξερευγόμενα ἐκ τούτου εἰς τοῦτο, τὰ πρόβατα αὐτῶν πολύτοκα, πληθύνοντα ἐν ταῖς ἐξόδοις αὐτῶν, (Septuagint, Liber Psalmorum 143:13)

    (70인역 성경, 시편 143:13)

  • ὁ ποιῶν Πλειάδα καὶ Ἕσπερον καὶ Ἀρκτοῦρον, καὶ ταμιεῖα νότου. (Septuagint, Liber Iob 9:9)

    (70인역 성경, 욥기 9:9)

  • ἵνα πίμπληται τὰ ταμιεῖά σου πλησμονῆς σίτῳ, οἴνῳ δὲ αἱ ληνοί σου ἐκβλύζωσιν. (Septuagint, Liber Proverbiorum 3:10)

    (70인역 성경, 잠언 3:10)

  • ὁδοὶ ᾅδου ὁ οἶκος αὐτῆς κατάγουσαι εἰς τὰ ταμιεῖα τοῦ θανάτου. (Septuagint, Liber Proverbiorum 7:27)

    (70인역 성경, 잠언 7:27)

유의어

  1. the office of paymaster

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION