헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σωτήριος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σωτήριος σωτήριον

형태분석: σωτηρι (어간) + ος (어미)

어원: swth/r

  1. 구조하는, 구원하는
  1. saving, delivering, to preserve, bringing safety or deliverance to, more likely to bring safety
  2. deliverance, safety
  3. a thankoffering for deliverance

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 σωτήριος

구조하는 (이)가

σωτήριον

구조하는 (것)가

속격 σωτηρίου

구조하는 (이)의

σωτηρίου

구조하는 (것)의

여격 σωτηρίῳ

구조하는 (이)에게

σωτηρίῳ

구조하는 (것)에게

대격 σωτήριον

구조하는 (이)를

σωτήριον

구조하는 (것)를

호격 σωτήριε

구조하는 (이)야

σωτήριον

구조하는 (것)야

쌍수주/대/호 σωτηρίω

구조하는 (이)들이

σωτηρίω

구조하는 (것)들이

속/여 σωτηρίοιν

구조하는 (이)들의

σωτηρίοιν

구조하는 (것)들의

복수주격 σωτήριοι

구조하는 (이)들이

σωτήρια

구조하는 (것)들이

속격 σωτηρίων

구조하는 (이)들의

σωτηρίων

구조하는 (것)들의

여격 σωτηρίοις

구조하는 (이)들에게

σωτηρίοις

구조하는 (것)들에게

대격 σωτηρίους

구조하는 (이)들을

σωτήρια

구조하는 (것)들을

호격 σωτήριοι

구조하는 (이)들아

σωτήρια

구조하는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡσ δῆλόν ἐστιν ἐπὶ τῶν γυναικῶν, ὅταν κύωσι, καὶ λίθουσ καὶ γῆν προσφερομένων διὸ καὶ τῶν νοσούντων ταῖσ ὀρέξεσιν οἱ χαρίεντεσ ἰατροὶ προΐσασι τοὺσ ἀσώτωσ ἢ σωτηρίωσ ἔχοντασ· (Plutarch, Quaestiones Naturales, chapter 26 6:1)

    (플루타르코스, Quaestiones Naturales, chapter 26 6:1)

  • Λεύκιον δὲ Κόϊντον, ἄλλον δημαγωγόν, ἐπαναστάντα τοῖσ Σύλλα πολιτεύμασι καὶ ταράττειν τὰ πράγματα πειρώμενον ἐκ τοῦ καθεστῶτοσ, ἰδίᾳ τε πολλὰ παραμυθούμενοσ καὶ δημοσίᾳ νουθετῶν ἀπέστησε τῆσ πείρασ καὶ κατεστόρεσε τὴν φιλοτιμίαν, ὡσ ἐνῆν μάλιστα πολιτικῶσ καὶ σωτηρίωσ ἀρχὴν νοσήματοσ μεγάλου μεταχειρισάμενοσ. (Plutarch, Lucullus, chapter 5 4:1)

    (플루타르코스, Lucullus, chapter 5 4:1)

유의어

  1. deliverance

  2. a thankoffering for deliverance

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION