Ancient Greek-English Dictionary Language

συνουσία

First declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: συνουσία

Structure: συνουσι (Stem) + ᾱ (Ending)

Etym.: sunw/n, sunou=sa

Sense

  1. a being with, social intercourse, society, conversation, communion, communion with, by long intercourse with, intercourse with
  2. intercourse with a teacher, attendance on his lectures
  3. cohabitation
  4. a society, company, party

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • "οἴχῃ μοι κακοδαίμων ἐκφυγὼν τὰσ νόσουσ, οὐ πυρετὸν ἔτι δεδιώσ, οὐ πολέμιον, οὐ τύραννον οὐκ ἔρωσ σε ἀνιάσει οὐδὲ συνουσία διαστρέψει, οὐδὲ σπαθήσεισ ἐπὶ τούτῳ δὶσ ἢ τρὶσ τῆσ ἡμέρασ, ὢ τῆσ συμφορᾶσ. (Lucian, (no name) 16:11)
  • ἐοίκασ γοῦν κἀκεῖνα προσθήσειν, ὡσ δι’ ὀλίγου τε ὑμῖν ἡ συνουσία ἐγένετο καὶ ὡσ οὐδ’ αὐτὸσ ἧκεσ πρὸσ τὸν λόγον παρεσκευασμένοσ καὶ ὡσ ἄμεινον εἶχεν αὐτοῦ ταῦτα λέγοντοσ ἀκούειν σὺ γὰρ ὀλίγα καὶ ὅσα οἱο͂́ν τε ἦν, τυγχάνεισ τῇ μνήμῃ συγκεκομισμένοσ. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 10:2)
  • "ἀλλ’ εἰπέ μοι, πότε ἐγένετο ἡ συνουσία αὕτη; (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 57 2:2)
  • ’ δεῖπνον γὰρ ἀτελὲσ οὐ ποιεῖ παροινίαν, ὡσ Ἄμφισ φησὶν ἐν Πανί, οὐδὲ ὕβρεισ καὶ προπηλακισμούσ, ὡσ Ἄλεξισ ἐν Ὀδυσσεῖ ὑφαίνοντι μαρτυρεῖ διὰ τούτων φιλεῖ γὰρ ἡ μακρὰ συνουσία καὶ τὰ συμπόσια τὰ πολλὰ καὶ καθ’ ἡμέραν ποιεῖν σκῶψιν , ἡ σκῶψισ δὲ λυπεῖ πλεῖον ἢ τέρπει πολύ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 17 3:2)
  • οὔτε αὐτοὶ ἂν ἀγνῶτέσ ἐσμεν οὐδενὶ Ἑλλήνων ὡσ ἔποσ εἰπεῖν, οὔτε ἡ συνουσία ἡμῶν σιγᾶται. (Plato, Epistles, Letter 2 5:6)
  • εἶτα, ὡσ φιλεῖ τὰ τοιαῦτα ἐν συνουσίᾳ προχωρεῖν εἰσ μῆκοσ λόγων, ὁ μὲν ἐπαινοῖ τι ἢ αἰτιῷτο τῶν ἐγγεγραμμένων, σὺ δὲ ἀποροίησ καὶ μηδὲν ἔχοισ εἰπεῖν; (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 18:3)
  • ἀρίστουσ ᾤοντο τοιούτουσ ὁρῶντεσ, καὶ μάλιστα ἐπιτηροῦντεσ ἀντῶν τὴν ἐν τοῖσ δείπνοισ καὶ τῇ ἄλλῃ συνουσίᾳ κολακείαν καὶ τὴν πρὸσ τὸ κέρδοσ δουλοπρέπειαν. (Lucian, De mercede, (no name) 40:7)
  • ἐκεῖνοσ τοίνυν τὰ μὲν ἄλλα ὁπόσα ἔτλη ἐν τῇ συνουσίᾳ τολμηθέντα ὑπὸ σοῦ, τί χρὴ λέγειν ; (Lucian, Pseudologista, (no name) 18:5)

Synonyms

  1. a being with

  2. cohabitation

  3. a society

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION