θύος
Third declension Noun; Neuter
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
θύος
θύεος
Structure:
θυο
(Stem)
+
ς
(Ending)
Sense
- a sacrifice, offering
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- τί κακόν, ὦ γύναι, χθονοτρεφὲσ ἐδανὸν ἢ ποτὸν πασαμένα ῥυτᾶσ ἐξ ἁλὸσ ὀρόμενον τόδ’ ἐπέθου θύοσ, δημοθρόουσ τ’ ἀράσ; (Aeschylus, Agamemnon, choral, strophe 11)
- ἕνα δὲ κτίλον ἢ παχὺν ἄρνα αἰτεῖ, καὶ πάντωσ ἓν θύοσ ἐκλέγεται. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 722)
- Καλλιόπησ γὰρ ἄκαπνον ἀεὶ θύοσ. (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 3212)
- εἰσ τὴν αὐτήν μούνη σοὶ φωνὴ περιλείπετο, Νόννα φαεινή, πάνθ’ ἄμυδισ ληνοῖσ ἐνθεμένη μεγάλοισ, ἐκ καθαρῆσ κραδίησ ἁγνὸν θύοσ· (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 8, chapter 401)
- εἰσ τὴν αὐτήν Εκ νηοῦ μεγάλοιο θύοσ μέγα Νόνν’ ἀπανέστη· (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 8, chapter 731)
- καταφαγεῖν, ἔπειτα πρωὶ εὑρόντα τὴν χεῖρα τῆσ γυναικὸσ ἐνοῦσαν ἐν τῷ στόματι ἑαυτὸν ἀποσφάξαι, περιβοήτου τῆσ πράξεωσ γενομένησ, περὶ δὲ Θυὸσ τοῦ Παφλαγόνων βασιλέωσ ὅτι καὶ αὐτὸσ ἦν πολυφάγοσ προειρήκαμεν, παραθέμενοι Θεόπομπον ἱστοροῦντα ἐν τῇ πέμπτῃ καὶ τριακοστῇ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 8 2:1)
- περὶ δὲ Θυὸσ τοῦ Παφλαγόνων βασιλέωσ ὅτι καὶ αὐτὸσ ἦν πολυφάγοσ προειρήκαμεν 4. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 299)
- ιδεμ βαλλιστα μυλτοσ εμεσενοσ, αδ θυοσ ξονφυγεραντ μαξριανι μιλιτεσ, ξυμ θυιετο ετ τηεσαυρορυμ ξυστοδε ιντερφεξιτ, ιτα υτ ξιϝιτασ παενε δελερετυρ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, gallieni duo, chapter 3 4:1)
- θυοσ ομνεσ γαλλιενυσ μορε συο, ξυμ πλαξαρε ατθυε αδ γρατιαμ συαμ ρεδυξερε νον ποσσετ, οξξιδιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, gallieni duo, chapter 11 2:2)
Synonyms
-
a sacrifice
- θυσίᾱ (offering, sacrifice, a sacrificing)
- θῦμα (sacrifice, a sacrifice)
- ἀπαρχή (the beginning of a sacrifice, the primal offering)
- θῦμα (that which is slain or offered, a victim, sacrifice)