Ancient Greek-English Dictionary Language

λιβρός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: λιβρός λιβρή λιβρόν

Structure: λιβρ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: lei/bw

Sense

  1. dripping, wet

Examples

  • Ὀλὸσ οὔ με λιβρὸσ ἱρῶν Λιβάδεσσιν, οἱᾶ κάλχη Ὑποφοινίῃσι τέγγει· (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 15, chapter 251)
  • διγνα εραντ μεμορατυ ιν υνυμ λιβελλυμ ξοντυλι, τυ ϝελιμ μεο μυνερι βονι ξονσυλασ ετ, σι ηοξ ξοντεντυσ νον φυερισ, λεξτιτεσ γραεξοσ, λιντεοσ ετιαμ λιβροσ ρεθυιρασ, θυοσ υιπια τιβι βιβλιοτηεξα, ξυμ ϝολυερισ, μινιστραβιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, divus aurelianus, chapter 1 7:1)
  • ινϝενι νυπερ ιν υλπια βιβλιοτηεξα ιντερ λιντεοσ λιβροσ επιστυλαμ διϝι ϝαλεριανι δε αυρελιανο πρινξιπε σξριπταμ, θυαμ αδ ϝερβυμ, υτ δεξεβατ, ινσερυι. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, divus aurelianus, chapter 8 1:1)
  • λιβετ ιπσιυσ σενατυσ ξονσυλτι φορμαμ εχπονερε, θυο λιβροσ ινσπιξι ξλαρισσιμι ορδινισ ιυσσιτ αυξτοριτασ· (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, divus aurelianus, chapter 18 7:1)
  • "αγιτε ιγιτυρ, ποντιφιξεσ, θυα πυρι, θυα μυνδι, θυα σανξτι, θυα ϝεστιτυ ανιμισθυε σαξρισ ξομμοδι, τεμπλυμ ασξενδιτε, συβσελλια λαυρεατα ξονστρυιτε, ϝελατισ μανιβυσ λιβροσ εϝολϝιτε, φατα ρει πυβλιξαε, θυαε συντ αετερνα, περθυιριτε, πατριμισ ματριμισθυε πυερισ ξαρμεν ινδιξι τε. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, divus aurelianus, chapter 19 2:5)
  • ιλλε μορτυισ ρεδδιδιτ ϝιταμ, ιλλε μυλτα υλτρα ηομινεσ ετ φεξιτ ετ διχιτ, θυαε θυι ϝελιτ νοσσε, γραεξοσ λεγατ λιβροσ θυι δε ειυσ ϝιτα ξονσξριπτι συντ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, divus aurelianus, chapter 24 8:1)

Synonyms

  1. dripping

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION